Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2013

0

Πόσο γρήγορα κολυμπάμε στο σιρόπι;

Ο Νεύτωνας και ο Χόυχενς είχαν διαφορετική άποψη για το αν κανείς κολυμπάει ταχύτερα στο σιρόπι ή στο νερό. Λύθηκε ποτέ αυτό το ζήτημα;
Πράγματι, ο Ισαάκ Νεύτων πίστευε ότι όσο πιο παχύρρευστο είναι ένα υγρό, τόσο πιο αργά κινείται ένα σώμα μέσα σ’ αυτό. Ο Christiaan Huygens, αντίθετα, πίστευε ότι η ταχύτητα δεν επηρεάζεται από την εσωτερική τριβή, δηλαδή την αντίσταση του ρευστού προς το κινούμενο σώμα.
Το φθινόπωρο του 2003, ο καθηγητής Edward Cussler, του Πανεπιστημίου της Μινεσότα, έκανε μια δοκιμή σε πραγματικές συνθήκες. Γέμισε μια πισίνα με μια κολλώδη ουσία σαν σιρόπι, που ήταν δυο φορές πιο παχύρρευστη από το νερό. Στη συνέχεια, ζήτησε από 16 ερασιτέχνες και επαγγελματίες κολυμβητές να κολυμπήσουν στην πισίνα. Ανεξάρτητα από το στιλ κολύμβησης, οι επιδόσεις όλων των αθλητών σε χρόνο δεν παρουσίασαν αποκλίσεις μεγαλύτερες του 4%. Με άλλα λόγια, ο Huygens είχε δίκιο. Η εξήγηση είναι ότι, παρ’ όλο που ο κολυμβητής συναντά μεγαλύτερη αντίσταση μέσα στο σιρόπι, αυξάνεται ανάλογα και η προωθητική δύναμη σε κάθε του κίνηση. Έτσι, οι δύο δυνάμεις αλληλοεξουδετερώνονται.


 scienceillustrated.gr
0

Πόσα άστρα υπάρχουν σε όλο το Σύμπαν;

Διάβασα ότι τα άστρα του Σύμπαντος είναι περισσότερα από τους κόκκους της άμμου που υπάρχουν σε όλες τις παραλίες της Γης. Μπορεί κάτι τέτοιο να αληθεύει, και πώς υπολογίζεται αυτό;
Μία ομάδα αστρονόμων του Εθνικού Πανεπιστημίου της Αυστραλίας εκτίμησε το 2003 τον αριθμό των άστρων του Σύμπαντος σε 70 εξάκις εκατομμύρια – ο αριθμός επτά ακολουθούμενος από 22 μηδενικά. Οι αστρονόμοι εστίασαν δύο από τα ισχυρότερα επίγεια τηλεσκόπια σε μία μικρή περιοχή του ουρανού, αναλύοντας τη φωτεινότητα των γαλαξιών που εμπεριείχε. Από αυτήν μπόρεσαν να εκτιμήσουν τον αριθμό των άστρων που καθένας από αυτούς περιλάμβανε. Ο αριθμός αυτός στη συνέχεια πολλαπλασιάστηκε με το συνολικό αριθμό των αντίστοιχων μικρών περιοχών που θα απαιτούνταν για να καλυφθεί ολόκληρος ο ουρανός, μέχρι το πέρας του ορατού σύμπαντος.
Προφανώς, πρόκειται περί ενός αρκετά «πρόχειρου» υπολογισμού, αφού υπεισέρχονται αρκετές ασάφειες. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι δε γνωρίζουμε με ακρίβεια ούτε καν το συνολικό αριθμό των άστρων του ίδιου του γαλαξία μας.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Simon Driver, ο οποίος συμμετείχε στην ερευνητική ομάδα, ο σωστός αριθμός μπορεί κάλλιστα να είναι πολύ μεγαλύτερος, ή ακόμη και άπειρος, αφού η μέτρηση περιλαμβάνει μόνο τους γαλαξίες που είναι ορατοί από επίγεια τηλεσκόπια, και επειδή υπάρχουν περιοχές του Σύμπαντος από τις οποίες το φως δεν έχει ακόμη φτάσει στη Γη.
Ας περιοριστούμε, όμως, στα 70 εξάκις εκατομμύρια άστρα και ας τα συγκρίνουμε με τους κόκκους της άμμου. Ένας κόκκος άμμου έχει διάμετρο 0,125 έως 0,5 χιλιοστά. Εάν υποθέσουμε ότι η μέση διάμετρος ενός κόκκου είναι 0,25 χιλιοστά, ένα κυβικό μέτρο άμμου περιέχει 64 δισεκατομμύρια κόκκους. Το μήκος όλων των παραλιών της Γης δεν είναι εύκολο να μετρηθεί, αλλά μια εκτίμηση θα μπορούσε να είναι 1,5 εκατομμύριο χιλιόμετρα. Αν κάθε παραλία έχει κατά μέσο όρο πλάτος 50 μέτρα και καλύπτεται από στρώμα άμμου βάθους ενός μέτρου, βγαίνει το αποτέλεσμα ότι σε όλες τις παραλίες της Γης υπάρχουν περίπου 4,8 εξάκις εκατομμύρια κόκκοι άμμου. Πράγμα που σημαίνει ότι όντως, έστω και με την πρόχειρη αυτή εκτίμηση, υπάρχουν περισσότερα άστρα στο Σύμπαν απ’ ό,τι κόκκοι άμμου σε όλες τις παραλίες της Γης – γύρω στις 15 φορές περισσότερα.
Ωστόσο, η εικόνα αλλάζει αν συμπεριλάβουμε και τις ερήμους: Μόνο οι κόκκοι της άμμου στη Σαχάρα έχουν υπολογιστεί σε 1.800 εξάκις εκατομμύρια!


scienceillustrated.gr
0

Τι είναι το πλάσμα;

Γνωρίζουμε ότι η ύλη εμφανίζεται σε στερεά, υγρή και αέρια κατάσταση. Τι είναι όμως το πλάσμα;
Το πλάσμα, η 4η κατάσταση της ύλης, όπως συχνά αποκαλείται, αποτελείται από ελεύθερα κινούμενα ηλεκτρόνια και ιόντα, δηλαδή θετικά φορτισμένα άτομα, που έχουν χάσει κάποια από τα ηλεκτρόνιά τους. Για να μετατραπεί ένα αέριο σε πλάσμα, χρειάζεται μεγάλη ποσότητα ενέργειας, ικανή να αποσπάσει τα ηλεκτρόνια από τα άτομά τους. Γι’ αυτό και το πλάσμα είναι μια ηλεκτρικά αγώγιμη μορφή ύλης, που αντιδρά σε ηλεκτρικά και μαγνητικά πεδία. Αυτή ακριβώς η ιδιότητά του χρησιμοποιείται για το «περιορισμό» του πλάσματος σε πυρηνικούς αντιδραστήρες σύντηξης. Περισσότερο από το 99% του ορατού σύμπαντος, τα άστρα αλλά και η μεσοαστρική ύλη αποτελείται από κάποια μορφή πλάσματος.
Στη Γη, αντίθετα, οι εμφανίσεις πλάσματος είναι σχετικά σπάνιες και παρατηρούνται, για παράδειγμα, στους κεραυνούς ή στο Βόρειο Σέλας. Η φυσική πλάσματος έχει γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, αφού εκτός από τη σημασία της στην αστροφυσική, έχει βρει αναρίθμητες εφαρμογές, που ξεκινούν από την αποστείρωση επικίνδυνων αποβλήτων και καταλήγουν στην ιατρική και στην παραγωγή ενέργειας.
Κατά τα άλλα, οι φυσικοί ερευνούν και άλλες μορφές της ύλης, όπως το συμπύκνωμα Bose-Einstein , το πλάσμα κουάρκ-γλουονίων, την παράξενη ύλη κτλ.


 scienceillustrated.gr
0

Πόσο ζυγίζει ο αέρας;

Ακόμη και ο αέρας κάτι πρέπει να ζυγίζει, αλλά πόσο; Και γιατί δε νιώθουμε το βάρος του;
Ο ατμοσφαιρικός αέρας –όσο κι αν φαίνεται παράξενο– ζυγίζει περίπου 1,3 κιλό ανά κυβικό μέτρο σε κανονικές συνθήκες πίεσης και θερμοκρασίας. Η Γη περιβάλλεται από ένα στρώμα αέρα πάχους πολλών χιλιομέτρων, και κάθε τετραγωνικό εκατοστό στην επιφάνειά της σηκώνει βάρος ενός κιλού αέρα – αυτό που αποκαλούμε ατμοσφαιρική πίεση. Αυτό σημαίνει, με αυστηρά κριτήρια, ότι αν κρατήσουμε οριζόντιο ένα φύλλο χαρτί σχήματος Α4, επάνω του ασκείται πίεση από αέρα συνολικού βάρους 600 κιλών. Το ότι εμείς μπορούμε να σηκώνουμε το χαρτί χωρίς πρόβλημα οφείλεται στο γεγονός ότι η ατμοσφαιρική πίεση είναι η ίδια προς κάθε κατεύθυνση στο περιβάλλον, και έτσι είναι η ίδια τόσο στην επάνω όσο και στην κάτω επιφάνεια του χαρτιού. Έτσι, λοιπόν, τελικά σηκώνουμε στην πραγματικότητα μόνο το βάρος του ίδιου του χαρτιού, που είναι ελάχιστο.
Με τον ίδιο τρόπο, το σώμα μας, επειδή είναι προσαρμοσμένο στην ατμοσφαιρική πίεση, δεν συνθλίβεται από το βάρος των τεράστιων μαζών του ατμοσφαιρικού αέρα. Όταν όμως βρισκόμαστε σε μεγάλο υψόμετρο, η ατμοσφαιρική πίεση μειώνεται και χρειαζόμαστε χρόνο για να ρυθμίσουμε την πίεση στο σώμα μας. Αυτός είναι και ο λόγος που βουλώνουν τα αυτιά μας όταν πετάμε ή οδηγούμε σε ορεινές περιοχές.
Κανονικά, τα αισθητήρια του δέρματός μας θα έπρεπε να καταγράφουν την πίεση του αέρα. Επειδή όμως αυτή είναι σταθερή, οι υποδοχείς την έχουν συνηθίσει και το σήμα δε γίνεται αντιληπτό.


scienceillustrated.gr
0

Πώς λειτουργεί ένας φακός χωρίς μπαταρία;

Έχω ένα φακό που ανάβει μόλις στρίψω μια λαβή και φωτίζει για μισή ώρα. Πώς λειτουργεί;
Ουσιαστικά πρόκειται για ένα μικρό εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας. Στο εσωτερικό του φακού η λαβή συνδέεται με ένα μαγνήτη, ο οποίος περιστρέφεται σε σχέση με ένα πηνίο. Με τη βοήθεια αυτής της απλής γεννήτριας, η κινητική ενέργεια μετατρέπεται σε ηλεκτρική. Το ρεύμα αξιοποιείται για τη φόρτιση μιας μπαταρίας, που κάνει το λαμπάκι του φακού να φωτίζει.
Άλλους φακούς αρκεί να τους κουνήσουμε για 30 δευτερόλεπτα και θα μας δώσουν φως για πέντε λεπτά. Σε αυτούς τους φακούς κουνάμε μια μαγνητική στήλη έναντι ενός σταθερού πηνίου, και έτσι παράγεται ηλεκτρικό ρεύμα με επαγωγή.
Σε τέτοιους φακούς χρησιμοποιούνται συνήθως φωτοδίοδοι εκπομπής (LED) ως πηγή φωτός, γιατί, πρώτον, δεν απαιτούν τόσο υψηλή τάση για να φωτίσουν και, δεύτερον, επειδή ακόμη και με μικρή ποσότητα ενέργειας παράγουν πολύ φως. Στους συνηθισμένους λαμπτήρες μόλις το 5% της ενέργειας μετατρέπεται σε φως, ενώ το αντίστοιχο για τις φωτοδιόδους εκπομπής είναι 70%.
Οι φωτοδίοδοι εκπομπής έχουν επίσης το πλεονέκτημα ότι είναι πιο ανθεκτικοί στα χτυπήματα απ’ ό,τι οι συνηθισμένοι λαμπτήρες με νήμα πυρακτώσεως.
Υπάρχουν όμως και άλλες συσκευές που φορτίζουν με αυτό τον απλό τρόπο, όπως ραδιόφωνα και κινητά τηλέφωνα. Έχουν επίσης κατασκευαστεί και φορητοί ηλεκτρονικοί υπολογιστές για τις χώρες του τρίτου κόσμου που φορτίζουν με μανιβέλα. Τέτοιου είδους συσκευές είναι κατάλληλες για περιοχές όπου η ηλεκτροδότηση είτε δεν είναι συνεχής είτε δεν υπάρχει καν.


 scienceillustrated.g
0

Πότε θεσπίστηκε η χριστιανική χρονολόγηση;

Το 525 μ.Χ. η χριστιανική Εκκλησία κατέληξε στο έτος γέννησης του Ιησού. «Έτος Κυρίου 1» όρισε ο Σκύθης μοναχός Διονύσιος ο Μικρός το 754 από κτίσεως Ρώμης, στηρίζοντας τους υπολογισμούς του σε ασαφείς χρονολογικούς προσδιορισμούς του Πάσχα και της Ανάστασης.
Πάντως η χρονολόγηση της γέννησης του Χριστού δεν θεωρείται ακριβής. Κατά την άποψη των επιστημόνων, ο Ιησούς γεννήθηκε πιθανότατα το έτος 4 π.Χ. Με τον προσδιορισμό του έτους γέννησης του Ιησού η Εκκλησία ενδύθηκε των ισχυρών συμβολισμών της. Η χρονοσήμανση όμως, όπως το «μ.Χ.», διαδόθηκε στη Δυτική Ευρώπη μετά τον 8ο αιώνα. Παγκοσμίως γίνεται χρήση περίπου 400 διαφορετικών ημερολογίων. Τα περισσότερα έχουν ως αφετηρία ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός, όπως η ίδρυση μιας συγκεκριμένης δυναστείας ή η ενθρόνιση ενός βασιλιά.


 scienceillustrated
0

Είναι δυνατόν να δημιουργήσουμε ένα χώρο που να είναι εντελώς κενός;

Το απόλυτο κενό δεν υπάρχει ούτε στη Γη ούτε στο μακρινό διάστημα. Ακόμη και ανάμεσα στα άστρα υπάρχει ένα αραιό νέφος από ηλεκτρισμένα σωματίδια.
Όσο χαμηλότερη είναι η πίεση ενός αερίου, τόσο αυτό πλησιάζει προς το κενό. Η πίεση μετριέται σε torr. Ενδεικτικά, η κανονική ατμοσφαιρική πίεση είναι 760 torr. Σε εργαστηριακές συνθήκες έχει μετρηθεί πίεση 10-14 torr. Η πίεση μέσα σε ένα λαμπτήρα πυράκτωσης ανέρχεται στα 10-4 torr, ενώ μπορεί να φτάσει και στα 10-9 torr στον καθοδικό σωλήνα της τηλεόρασης. Οι αστρονόμοι εκτιμούν ότι στο απώτερο διάστημα η πίεση πρέπει να κυμαίνεται κάπου μεταξύ στα 10-14 και στα 10-19 torr. Στα 10-14 torr, το σύνολο των μορίων ανά κυβικό εκατοστό μπορεί να ανέρχονται σε μερικές χιλιάδες, ενώ υπό κανονικές συνθήκες στη Γη φτάνουν τα πεντάκις εκατομμύρια (1019).
Για τη δημιουργία υψηλού ατμοσφαιρικού κενού χρησιμοποιείται ένας αεροστεγής θάλαμος και μια αντλία αέρος, που απομακρύνει τον αέρα και τους υδρατμούς. Συχνά χρησιμοποιούνται περισσότερες από μία αντλίες, η οποίες συνδέονται σε σειρά, και η διαδικασία μπορεί να κρατήσει πολλές μέρες.



scienceillustrated.g
0

Πόσο χαρτί παράγει ένα δέντρο;

Στη Σκανδιναβία, για την παραγωγή χαρτιού χρησιμοποιείται κυρίως έλατο. Η ποσότητα που λαμβάνεται έχει άμεση σχέση με το μέγεθος του δέντρου και τη μάζα του κορμού του. Κατά κανόνα, ένα μέσο δέντρο δίνει 40 κιλά γραφικής ύλης (8.000 φύλλα Α4) και 80 περίπου είναι τα κιλά αν πρόκειται για χαρτί εφημερίδας.




 scienceillustrated.gr

Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2013

0

Η προϊστορία της Αθήνας - Πλάτων, Κριτίας

Πρώτα απ' όλα, πρέπει να θυμηθούμε ότι πέρασαν συνολικά εννέα χιλιάδες χρόνια από τότε που έγινε ο πόλεμος ανάμεσα σ' εκείνους που ζούσαν έξω από τις στήλες του Ηρακλή και σ' όλους εκείνους που κατοικούσαν στο μέσα μέρος. Οφείλω λοιπόν να σας μιλήσω για τον πόλεμο με όλες τις λεπτομέρειες. Στην αρχηγία όσων κατοικούσαν μέσα λέγεται πως είχε αυτή η πόλη μέχρι το τέλος του πολέμου, ενώ των άλλων αρχηγοί ήταν οι βασιλιάδες της νήσου Ατλαντίδας, που, όπως είπαμε, ήταν κάποτε μεγαλύτερη από τη Λιβύη και την Ασία μαζί. Τώρα που βυθίστηκε από σεισμούς, έχει καλυφθεί από λάσπη, η οποία εμποδίζει όσους θέλουν να ταξιδέψουν στον ωκεανό που βρίσκεται πιο πέρα. Στα πολυάριθμα βαρβαρικά έθνη και όλα τα Ελληνικά γένη που υπήρχαν εκείνη την εποχή, θα τα φανερώσει ο λόγος σαν να σηκώνει ότι συναντά σε κάθε σημείο πρέπει όμως στην αρχή να πω πρώτα για τους Αθηναίους εκείνης της εποχής και τους εχθρούς, που πολέμησαν μεταξύ τους, για τη στρατιωτική δύναμη και τα πολιτεύματα τους. Από αυτά λοιπόν πρέπει να προτιμήσω ν' αναφέρω πρώτα τα εξής.

Κάποτε οι θεοί έβαλαν σε κλήρο τις διάφορες περιοχές όλης της γης και τις μοιράστηκαν μεταξύ τους, χωρίς τσακωμούς. Δεν θα ήταν ασφαλώς σωστό να μην ξέρουν τι ανήκει στον καθένα τους ούτε να θέλουν να πάρουν με έριδες κάτι, αν και ξέρουν ότι ανήκει σε κάποιον άλλο. Αφού λοιπόν έγινε η διανομή με κλήρο, πήρε καθένας το μερίδιο του και κατοίκησαν στην περιοχή που κέρδισαν. Κι όταν εγκαταστάθηκαν, μας έτρεφαν σαν κοπάδια, δικά τους αποκτήματα και ζωντανά, χωρίς να χρησιμοποιούν όμως σωματική βία, σαν τους βοσκούς που οδηγούν τα κοπάδια στη βοσκή χτυπώντας τα. Επειδή ο άνθρωπος είναι ευκολοκυβέρνητο πλάσμα, κατευθύνουν, όπως το πλοίο από την πρύμνη με το πηδάλιο, αγγίζοντας την ψυχή με την πειθώ ανάλογα με τις διαθέσεις τους, και δίνοντας κατεύθυνση μ' αυτό τον τρόπο κυβερνούσαν όλους τους θνητούς. Άλλοι λοιπόν από τους θεούς, αφού πήραν με κλήρο διάφορους τόπους, τους τακτοποίησαν. Tον Ήφαιστο και την Αθηνά όμως, επειδή είχαν κοινή φύση, σαν αδέλφια από τον ίδιο πατέρα, και είχαν την ίδια κατεύθυνση στη σοφία και τις καλές τέχνες, έτυχε να πέσει στον κλήρο αυτή εδώ η περιοχή, η οποία από τη φύση της τους ταίριαζε και ήταν κατάλληλη για την αρετή και τη φρόνηση τους. Έφτιαξαν λοιπόν εκεί καλούς κατοίκους και τους βοήθησαν ν' αντιληφθούν ποιος ήταν ο σωστότερος τρόπος για τη διακυβέρνηση της πολιτείας τους. Τα ονόματα των ντόπιων εκείνης της εποχής έχουν διατηρηθεί μέχρι σήμερα, έχουν όμως χαθεί τα έργα τους από τις πολλές καταστροφές που έκαναν οι διάδοχοι τους και από τη φθορά του χρόνου. Όπως ήδη έχει αναφερθεί, όσοι επιζούσαν μετά από κάθε καταστροφή ήταν αγράμματοι βουνίσιοι, που είχαν ακούσει μόνο τα ονόματα των παλιών ηγετών αλλά γνώριζαν ελάχιστα πράγματα για τα έργα τους. Έτσι, προτιμούσαν να δίνουν αυτά τα ονόματα στα παιδιά τους, αγνοούσαν όμως τις αρετές και τους νόμους των προγενέστερων, εκτός από κάποιες ασαφείς πληροφορίες που είχε τύχει ν' ακούσουν για τον καθένα. Και επειδή ακόμα οι ίδιοι και τα παιδιά τους επί πολλές γενιές δεν είχαν τα αναγκαία μέσα για τη συντήρηση τους, σκέφτονταν συνεχώς για τα πράγματα που τους έλειπαν, χωρίς να δίνουν καμιά σημασία σε όσα είχαν συμβεί προηγουμένως τα περασμένα χρόνια. Οι ιστορικές γνώσεις και η έρευνα του παρελθόντος ήρθαν και τα δυο στις πόλεις αργότερα, όταν οι άνθρωποι είχαν εξασφαλίσει τα απαραίτητα για τη ζωή τους, και όχι πριν". Με αυτό τον τρόπο διατηρήθηκαν τα ονόματα των αρχαίων αλλά όχι και τα έργα τους.

Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2013

0

Ο Καζαντζάκης περιγράφει την «γνωριμία» με τον Νίτσε


Μια μέρα εκεί που διάβαζα σκυμμένος στη Βιβλιοθήκη της Άγιας Γενεβιέβης, μια κοπέλα με ζύγωσε κι έγειρε από πάνω μου. Κρατούσε ανοιχτό ένα βιβλίο κι είχε βάλει το χέρι της κάτω από τη φωτογραφία ενός αντρός που “χε το βιβλίο, για να κρύψει τ” όνομά του, και με κοίταζε με κατάπληξη. -Ποιος είναι αυτός; με ρώτησε δείχνοντάς μου την εικόνα. Σήκωσα τους ώμους: -Πώς θέλετε να ξέρω; Είπα.

-Μα είστε εσείς, έκαμε η κοπέλα, εσείς, απαράλλαχτος. Κοιτάχτε το μέτωπο, τα πυκνά φρύδια, τα βαθουλά μάτια. Μονάχα που αυτός είχε χοντρά κρεμαστά μουστάκια, κι εσείς δεν έχετε.

Κοίταξα αλαφιασμένος: -Ποιος είναι λοιπόν; Έκανα προσπαθώντας ν” αναμερίσω το χέρι της κοπέλας, να δω τ” όνομα.

-Δεν τον γνωρίζετε; Πρώτη φορά τον βλέπετε;

Ο Νίτσε! Ο Νίτσε! Είχα ακούσει τ” όνομά του, μα δεν είχα ακόμα τίποτα διαβάσει δικό του.

-Δε διαβάσατε τη Γένεση της Τραγωδίας, το Ζαρατούστρα του; Για τον Αιώνιο Γυρισμό, για τον Υπεράνθρωπο;

-Τίποτα, τίποτα, απαντούσα ντροπιασμένος, τίποτα.

-Περιμένετε! Είπε κι έφυγε η κοπέλα πεταχτή.

Σε λίγο μου “φερνε το Ζαρατούστρα.

-Να, είπε γελώντας, να λιονταρίσια θροφή για το μυαλό σας – αν έχετε μυαλό. Κι αν το μυαλό σας πεινάει.

Ετούτη στάθηκε μια από τις πιο αποφασιστικές στιγμές της ζωής μου. Εδώ, στη Βιβλιοθήκη της Άγιας Γενεβιέβης, με τη μεσολάβηση μιας άγνωστης φοιτήτριας, μου “χε στήσει καρτέρι η μοίρα μου. Εδώ με περίμενε, φλογερός, αιματωμένος, μεγάλος πολεμιστής, ο Αντίχριστος. Στην αρχή με κατατρόμαξε. Τίποτα δεν του “λειπε: αναίδεια κι αλαζονεία, μυαλό απροσκύνητο, λύσσα καταστροφής, σαρκασμός, κυνισμός, ανόσιο γέλιο, όλα τα νύχια, τα δόντια και τα φτερά του Εωσφόρου.

Μα με είχε συνεπάρει η ορμή του κι η περηφάνια, με είχε μεθύσει ο κίντυνος και βυθίζουμουν μέσα στο έργο του με λαχτάρα και τρόμο, σα να “μπαινα σε βουερή ζούγκλα, γεμάτη πεινασμένα θεριά και ζαλιστικά σερνικολούλουδα. Βιάζουμουν να τελειώσουν τα μαθήματα στη Σορβόννη, να βραδιάσει, να γυρίσω σπίτι, να “ρθει η σπιτονοικοκυρά να ανάψει το τζάκι και ν” ανοίξω τα βιβλία του -πυργώνουνταν όλα απάνω στο τραπέζι μου- και να αρχίζω μαζί του το πάλεμα.

Σιγά σιγά είχα συνηθίσει τη φωνή του, την κομμένη ανάσα του, τις κραυγές του πόνου του. Δεν ήξερα, τώρα το μάθαινα, πως κι ο Αντίχριστος αγωνίζεται κι υποφέρει όπως κι ο Χριστός και πως κάποτε, στις στιγμές του πόνου τους, τα πρόσωπά τους μοιάζουν. Ανόσιες μου φάνταζαν βλαστήμιες τα κηρύγματά του, κι ο Υπεράνθρωπός του δολοφόνος του Θεού.

Κι όμως μια μυστική γοητεία είχε ο αντάρτης ετούτος, μαυλιστικό ξόρκι τα λόγια του, που ζάλιζε και μεθούσε κι έκανε την καρδιά σου να χορεύει. Αλήθεια, ένας χορός διονυσιακός ο στοχασμός του, ένας όρθιος παιάνας που υψώνεται θριαμβευτικά στην πιο ανέλπιδη στιγμή της ανθρώπινης κι υπερανθρώπινης τραγωδίας. Καμάρωνα, χωρίς να το θέλω, τη θλίψη του, την παλικαριά του και την αγνότητα και τις στάλες τα αίματα που περιράντιζαν το μέτωπό του, σαν να φορούσε και τούτος, ο Αντίχριστος, αγκάθινο στεφάνι.

Σιγά σιγά, χωρίς να το “χω διόλου συνειδητά στο νου μου, οι δυο μορφές, Χριστός κι Αντίχριστος, έσμιγαν. Δεν ήταν λοιπόν ετούτοι οι δυο, προαιώνιοι οχτροί, δεν είναι ο Εωσφόρος αντίμαχος του Θεού, μπορεί ποτέ το Κακό να μπει στην υπηρεσία του Καλού και να συνεργαστεί μαζί του; Με τον καιρό όσο μελετούσα το έργου του αντίθεου προφήτη, ανέβαινα από σκαλί σε σκαλί σε μια μυστική παράτολμη ενότητα. Το Καλό και το Κακό, έλεγα, είναι οχτροί, να το πρώτο σκαλοπάτι της μύησης.

Το Καλό και το Κακό είναι συνεργάτες, αυτό είναι το δεύτερο, το πιο αψηλό σκαλοπάτι της μύησης. Το Καλό και το Κακό είναι ένα! Αυτό “ναι το πιο αψηλό, όπου ως τώρα μπόρεσα να φτάσω σκαλοπάτι. [.] Λιονταρίσια η τροφή που με τάισε ο Νίτσε στην πιο κρίσιμη, την πιο πεινασμένη στιγμή της νιότης. Θράσεψα, δεν μπορούσα πια να χωρέσω στο σημερινό άνθρωπο, όπως εκατάντησε, μήτε στο Χριστό, όπως τον κατάντησαν.

Α! φώναζα αγαναχτισμένος, η παμπόνηρη θρησκεία που μετατοπίζει τις αμοιβές και τιμωρίες σε μελλούμενη ζωή, για να παρηγορήσει τους σκλάβους, τους κιότηδες, τους αδικημένους, και να μπορέσουν να βαστάξουν αγόγγυστα τη σίγουρη ετούτη επίγεια ζωή και να σκύβουν υπομονετικά το σβέρκο στους αφεντάδες! Τι οβραίικη Αγία Τράπεζα η θρησκεία ετούτη, που δίνεις μια πεντάρα στην επίγεια ζωή κι εισπράττεις αθάνατα εκατομμύρια στην άλλη! Τι απλοϊκότητα, τι πονηριά, τι τοκογλυφία! Όχι, δεν μπορεί να “ναι λεύτερος που ελπίζει Παράδεισο ή που φοβάται την Κόλαση.

Ντροπή πια να μεθούμε στις ταβέρνες της ελπίδας! Ή κάτω στα υπόγεια του φόβου. Πόσα χρόνια και δεν το “χα καταλάβει, κι έπρεπε να “ρθει ο άγριος ετούτος προφήτης να μου ανοίξει τα μάτια! [.] Κι άξαφνα η Εκκλησία του Χριστού, όπως την κατάντησαν οι ρασοφόροι, μου φάνταξε μια μάντρα, όπου μερόνυχτα βελάζουν, ακουμπώντας το ένα στο άλλο, χιλιάδες πρόβατα κυριεμένα από πανικό κι απλώνουν το λαιμό κι αγλείφουν το χέρι και το μαχαίρι που τα σφάζει. Κι άλλα τρέμουν γιατί φοβούνται πως θα σουβλίζουνται αιώνια στις φλόγες, κι άλλα βιάζουνται να σφαχτούν για να βόσκουν στους αιώνες των αιώνων σε αθάνατο ανοιξιάτικο χορτάρι.


antikleidi
0

Όταν έκλαψε ο Νίτσε – Απόσπασμα από το βιβλίο του Γιάλομ


«Τί θα συνέβαινε αν κάποιος δαίμονας σου έλεγε ότι αυτή τη ζωή – όπως τη ζεις τώρα και όπως την έχεις ζήσει στο παρελθόν- πρέπει να τη ζήσεις ξανά, αμέτρητες φορές?»

«Και χωρίς να συμβαίνει τίποτα καινούργιο? Όπου κάθε πόνος και κάθε χαρά κι ότι ήταν άφατα μικρό ή μεγάλο στη ζωή σου, θα επιστρέφει σε’σενα, όλα στην ίδια διαδοχή και ακολουθία? Φαντάσου την αιώνια κλεψύδρα της ύπαρξης ν’αναποδογυρίζει ξανά και ξανά και ξανά. Και κάθε φορά, αναποδογυρίζουμε κι εσύ και’γω, απλοί κόκκοι στη διαδικασία.»

«Προτείνεις ότι κάθε πράξη που κάνω, κάθε πόνος που νιώθω, θα βιώνεται συνεχώς στην αιωνιότητα?»



«Ναι, η αιώνια επανάληψη σημαίνει ότι κάθε φορά που επιλέγεις μια πράξη θα την επιλέγεις αιώνια. Και ισχύει το ίδιο για κάθε πράξη που δεν κάνεις, κάθε εμποδισμένη σκέψη, κάθε επιλογή που απέφυγες. Και όλη η αβίωτη ζωή θα μένει να φουσκώνει μέσα σου, αβίωτη για όλη την αιωνιότητα. Κι η αδιόρατη φωνή της συνείδησής σου θα σου διαμαρτύρεται αιώνια. Τη σιχαίνεσαι αυτή την ιδέα? Ή σ” αρέσει ?»

«Τη σιχαίνομαι»

«Τότε ζήσε με τέτοιο τρόπο που να σου αρέσει η ιδέα..!! Δεν διδάσκω Γιόζεφ, ότι ο άνθρωπος οφείλει ν’αντέχει το θάνατο ή να «συμβιβάζεται» μαζί του. Ακολουθώντας αυτή την κατεύθυνση προδίδεις τη ζωή σου! Το μάθημα που σου διδάσκω είναι: Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή!»

«Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή!»  Η φράση αυτή προκάλεσε ένα σοκ στο Μπρόιερ.Η ευχάριστη απογευματινή βόλτα είχε αποκτήσει θανάσιμη σοβαρότητα.

«Να πεθαίνεις την κατάλληλη στιγμή; Τι εννοείς? Σε παρακαλώ, Φρήντριχ, δεν το αντέχω, σ” το “χω πει πολλές φορές, να μου λες κάτι τόσο σημαντικό με τόσο αινιγματικό τρόπο. Γιατί το κάνεις αυτό;»

«Θέτεις δυο ερωτήματα. Σε ποιό από τα δυο να απαντήσω;»

«Σήμερα, πες μου για το να πεθαίνει κανείς τη σωστή στιγμή»

«Ζήσε όταν ζεις! Ο θάνατος χάνει τη φρίκη του αν κάποιος πεθάνει έχοντας εξαντλήσει τη ζωή του! Αν ο άνθρωπος δε ζει στη σωστή στιγμή, τότε δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει τη σωστή στιγμή»

«Και τι σημαίνει αυτό;» ξαναρώτησε ο Μπρόιερ, νιώθοντας ακόμη πιο μπερδεμένος.



«Ρώτησε τον εαυτό σου, Γιόζεφ: έχεις εξαντλήσει τη ζωή σου;»

«Απαντάς στην ερώτηση με ερώτηση.Φρήντριχ!»

«Κάνεις ερωτήσεις που γνωρίζεις την απάντησή τους» αντέκρουσε ο Νίτσε.

«Αν γνώριζα την απάντηση, γιατί να ρωτήσω;»

«Για ν’αποφύγεις να μάθεις τη δική σου απάντηση!»

«Στη διάρκεια αυτής της συνάντησης ο Νίτσε παρέμενε προσηλωμένος: έγνεφε επιδοκιμαστικά με το κεφάλι σε κάθε ερώτηση. Τον Μπρόιερ δεν τον παραξένευε αυτό. Δεν είχε ποτέ συναντήσει ασθενή που να μην απολάμβανε κρυφά την εξέταση της ζωής του στο μικροσκόπιο. Κι όσο μεγαλύτερη η μεγέθυνση τόσο χαιρόταν ο ασθενής. Η χαρά να σε παρατηρούν ήταν τόσο μεγάλη που ο Μπρόιερ πίστευε ότι ο αληθινός πόνος των γηρατειών, του πένθους, του να ζεις αφού οι φίλοι σου έχουν πεθάνει , ήταν η απουσία εξονυχιστικής παρατήρησης- η φρίκη του να ζεις μια ζωή που δεν την παρατηρεί κανείς»

by Antikleidi
0

Νίτσε – Ζαρατούστρα


Όταν ο Ζαρατούστρα έφτασε στην πιο κοντινή πόλη που συνόρευε με το δάσος, βρήκε πολλούς ανθρώπους μαζεμένους στην αγορά, επειδή είχε ανακοινωθεί ότι ένας σχοινοβάτης θα έκανε επίδειξη.

Και ο Ζαρατούστρα μίλησε έτσι στους ανθρώπους: Σας διδάσκω τον Υπεράνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι κάτι που πρόκειται να ξεπεραστεί. Τι έχετε κάνει για να ξεπεράσετε τον άνθρωπο; Όλα τα όντα μέχρι τώρα έχουν δημιουργήσει κάτι πέρα από τον εαυτό τους: κι εσείς θέλετε να είστε η άμπωτη αυτής της μεγάλης παλίρροιας, και θα προτιμούσαμε να ξαναγυρίσετε στο κτήνος παρά να ξεπεράσετε τον άνθρωπο; Τι είναι ο πίθηκος προς τον άνθρωπο; Ένα περιγέλασμα, ένα επόνειδο πράμα. Και το ίδιο ακριβώς θα είναι ο άνθρωπος προς τον Υπεράνθρωπο: ένα περιγέλασμα, ένα πράμα της ντροπής.

Έχετε προχωρήσει από το σκουλήκι στον άνθρωπο, και πολύ ακόμα μέσα σας είναι του σκουληκιού. Κάποτε ήσασταν πίθηκοι, κι όμως ακόμα ο άνθρωπος είναι περισσότερο πίθηκος από οποιονδήποτε πίθηκο. Ακόμα κι οι πιο σοφοί ανάμεσά σας είναι μόνο μια δυσαρμονία και μείγμα φυτού και φαντάσματος. Σας ζητάω όμως να γίνετε φυτά και φαντάσματα; Σταθείτε, σας διδάσκω τον Υπεράνθρωπο! Ο Υπεράνθρωπος είναι το νόημα της γης. Αφήστε τη βούλησή σας να πει: Ο Υπεράνθρωπος θα είναι το νόημα της γης!Σας εξορκίζω, αδελφοί μου, μείνετε αληθινοί στη γη, και μην πιστεύετε αυτούς που σας μιλάνε για υπεργήινες ελπίδες! Δηλητηριαστές είναι, είτε το ξέρουνε είτε όχι. Καταφρονητές της ζωής είναι, παρακμάζοντες και δηλητηριασμένοι οι ίδιοι, τους οποίους έχει βαρεθεί η γη: έτσι αφήστε τους να πάνε! Κάποτε βλασφημία ενάντια στο Θεό ήταν η μεγαλύτερη βλασφημία. Αλλά ο Θεός πέθανε, και μαζί και εκείνοι οι βλάσφημοι. Το να βλασφημήσεις τη γη είναι τώρα η πιο τρομερή αμαρτία, και το να επιτιμήσεις την καρδιά του μη γνωστέου υψηλότερο κι απ” το νόημα της γης! Κάποτε η ψυχή κοίταζε με περιφρόνηση το σώμα, και τότε αυτή η περιφρόνηση ήταν το ανώτερο πράγμα:- η ψυχή επιθυμούσε το σώμα να είναι αδύναμο, χλωμό, και πεινασμένο. Έτσι σκέφτηκε να ξεφύγει από το σώμα κι απ” τη γη. Ω, αυτή η ψυχή ήταν η ίδια αδύναμη, χλωμή, και πεινασμένη, και σκληρότητα ήταν η απόλαυση αυτής της ψυχής! Αλλά εσείς, επίσης, αδελφοί μου, μου λέτε: Τι λέει το σώμα σου για την ψυχή σου; Δεν είναι η ψυχή σου φτώχεια και μόλυνση και ελεεινή αυταρέσκεια; Αληθινά, ένα μολυσμένο ρέμα είναι ο άνθρωπος. Κάποιος πρέπει να είναι θάλασσα, για να δεχτεί ένα μολυσμένο ρέμα χωρίς να μολυνθεί ο ίδιος.

Σταθείτε, σας διδάσκω τον Υπεράνθρωπο: αυτός είναι εκείνη η θάλασσα, σ” αυτόν μπορεί η μεγαλύτερη περιφρόνησή σας να βυθιστεί. Ποιό είναι το σπουδαιότερο πράγμα που μπορείτε να ζήσετε; Είναι η ώρα της μεγάλης περιφρόνησης. Η ώρα στην οποία ακόμα και η ευτυχία σας σας γίνεται μισητή, και το ίδιο η λογική και η αρετή. Η ώρα που λέτε: «Τι καλό μου κάνει η ευτυχία! Είναι φτώχεια και μόλυνση και ελεεινή αυταρέσκεια. Μα η ευτυχία μου έπρεπε να δικαιολογεί την ίδια την ύπαρξη!» Η ώρα που λέτε: «Τι καλό μου κάνει η λογική! Λαχταράει τη γνώση όπως το λιοντάρι την τροφή του; Είναι φτώχεια και μόλυνση και ελεεινή αυταρέσκεια!» Η ώρα που λέτε: «Τι καλό μου κάνει η αρετή! Ακόμα δεν με έχει κάνει παθιασμένο. Πόσο έχω βαρεθεί το καλό και το κακό μου! Είναι όλα φτώχεια και μόλυνση και ελεεινή αυταρέσκεια!» Η ώρα που λέτε: «Τι καλό μου κάνει η δικαιοσύνη! Δε βλέπω να είμαι πυρετός και φωτιά! Οι δίκαιοι, όμως, είναι πυρετός και φωτιά!» Η ώρα που λέτε: «Τι καλό μου κάνει η συμπόνια! Δεν είναι η συμπόνια ο σταυρός στον οποίο καρφώθηκε αυτός που αγάπησε τον άνθρωπο; Αλλά η συμπόνια μου δεν είναι σταύρωση.» Έχετε μιλήσει ποτέ έτσι; Έχετε φωνάξει ποτέ έτσι; Α! μακάρι να σας είχα ακούσει να φωνάζετε έτσι! Δεν είναι δικό σας αμάρτημα- είναι η αυτοϊκανοποίησή σας που φώναξε στους ουρανούς, αυτή η ίδια σας η αποφυγή της αμαρτίας φώναξε στους ουρανούς! Πού είναι η αστραπή να σας γλύψει με τη γλώσσα της; Πού είναι η φρενίτιδα με την οποία έπρεπε να είστε εμβολιασμένοι; Σταθείτε, σας διδάσκω τον Υπεράνθρωπο: αυτός είναι αυτή η αστραπή, αυτός είναι η φρενίτιδα!-

Όταν ο Ζαρατούστρα μίλησε έτσι, ένας από το πλήθος φώναξε: «Έχουμε ως τώρα ακούσει αρκετά για τον σχοινοβάτη, είναι καιρός να τον δούμε!» Και όλος ο κόσμος γέλασε με τον Ζαρατούστρα. Αλλά ο σχοινοβάτης, που νόμισε ότι τα λόγια ίσχυαν γι” αυτόν, ξεκίνησε την επίδειξή του.

Ο Ζαρατούστρα, όμως, κοίταξε το πλήθος και θαύμασε. Μετά μίλησε έτσι: Ο άνθρωπος είναι ένα σκοινί τεντωμένο ανάμεσα στο ζώο και τον Υπεράνθρωπο- ένα σκοινί πάνω από την άβυσσο. Ένα επικίνδυνο πέρασμα, ένα επικίνδυνο ταξίδεμα, μια επικίνδυνη ματιά προς τα πίσω, ένα επικίνδυνο τρεμούλιασμα και σταμάτημα. Το σπουδαίο στον άνθρωπο είναι οτι είναι μια γέφυρα και όχι ένας στόχος: το αξιαγάπητο στον άνθρωπο είναι ότι είναι υπερβατής και καταβάτης.

Αγαπώ αυτούς που δεν ξέρουν να ζουν παρά μόνο σαν καταβάτες, επειδή είναι οι υπερβάτες. Αγαπώ τους μεγάλους καταφρονητές, επειδή είναι οι μεγάλοι λάτρες, και βέλη που λαχταρούν την άλλη ακτή. Αγαπώ εκείνους που δεν ψάχνουν πρώτα ένα λόγο πέρα από τ” αστέρια για να κατεβούνε και να θυσιαστούνε, αλλά θυσιάζουν τον εαυτό τους στη γη, ώστε η γη του Υπεράνθρωπου στη συνέχεια να έρθει. Αγαπώ αυτόν που ζει για να μαθαίνει, και αναζητεί να μαθαίνει ώστε ο Υπεράνθρωπος στη συνέχεια να ζήσει. Έτσι αναζητεί τη δική του κατάβαση. Αγαπώ αυτόν που μοχθεί και εφευρίσκει, ώστε να χτίσει το σπίτι για τον Υπεράνθρωπο, και να προετοιμάσει γι” αυτόν γη, ζώα, και φυτά: γιατί έτσι αναζητεί τη δική του κατάβαση. Αγαπώ αυτόν που αγαπάει την αρετή του: γιατί η αρετή είναι η βούληση προς κατάβαση, και ένα βέλος λαχτάρας.

Αγαπώ αυτόν που δεν κρατάει μερίδιο πνεύματος για τον εαυτό του, αλλά θέλει να είναι πλήρως το πνεύμα της αρετής του: έτσι περπατάει σαν πνεύμα πάνω απ” τη γέφυρα. Αγαπώ αυτόν που κάνει την αρετή του κλίση και πεπρωμένο του: έτσι, για χάρη της αρετής του, είναι διατεθειμένος να συνεχίσει να ζει, διαφορετικά να μη ζήσει άλλο. Αγαπώ αυτόν που δεν επιθυμεί πολλές αρετές. Μια αρετή είναι περισσότερο αρετή από δύο, επειδή είναι περισσότερο κόμβος για να πιαστεί το πεπρωμένο κάποιου. Αγαπώ αυτόν του οποίου η ψυχή είναι πλουσιοπάροχη, που δεν θέλει ευχαριστώ και δεν τα επιστρέφει: αφού πάντα παρέχει, και δεν επιθυμεί να κρατήσει για τον εαυτό του. Αγαπώ αυτόν που ντρέπεται όταν τα ζάρια πέφτουν ευνοϊκά γι” αυτόν, και που στη συνέχεια ρωτάει: «Είμαι ανέντιμος παίχτης;»- επειδή είναι διατεθειμένος να υποχωρήσει.

Αγαπώ αυτόν που σκορπάει λόγια χρυσά πριν από τα έργα του, και πάντα κάνει περισσότερα απ” ότι υποσχέθηκε: γιατί αναζητάει τη δική του κατάβαση. Αγαπώ αυτόν που δικαιολογεί τους μελλοντικούς, και συγχωρεί τους παρελθόντες: γιατί είναι διατεθειμένος να υποχωρήσει στους τωρινούς. Αγαπώ αυτόν που δαμάζει το Θεό του, επειδή αγαπάει το Θεό του: γιατί πρέπει να υποχωρήσει δια της οργής του Θεού του. Αγαπώ αυτόν του οποίου η ψυχή είναι βαθιά ακόμα και στο πλήγωμα, και μπορεί να υποχωρήσει σε κάτι μικρό: έτσι περνάει εθελουσίως πάνω από τη γέφυρα. Αγαπώ αυτόν που οποίου η ψυχή είναι τόσο υπερπλήρης που ξεχνάει τον εαυτό του, και όλα τα πράγματα είναι μέσα του: έτσι όλα τα πράγματα γίνονται η κάθοδός του.

Αγαπώ αυτόν που είναι ελεύθερο πνεύμα και ελεύθερη καρδιά: έτσι το κεφάλι του είναι μόνο τα σπλάχνα της καρδιάς του, η καρδιά του, όμως, προκαλεί την κατάβασή του. Αγαπώ όλους όσοι είναι σα βαριές σταγόνες που πέφτουν μια-μια απ” το μαύρο σύννεφο που χαμήλωσε πάνω απ” τον άνθρωπο: προμηνύουν τον ερχομό της αστραπής, και υποχωρούν σαν προάγγελοι.

Να, είμαι ένας προάγγελος της αστραπής, και μια βαριά σταγόνα από το μαύρο σύννεφο: η αστραπή, όμως, είναι ο Υπεράνθρωπος.

Αφού ο Ζαρατούστρα είχε πει αυτά τα λόγια, κοίταξε ξανά τον κόσμο, και σιώπησε.

«Νάτοι στέκονται,» είπε στην καρδιά του, «νάτοι γελάνε: δεν με καταλαβαίνουν, δεν είμαι το στόμα γι” αυτά τα αυτιά. Πρέπει πρώτα κάποιος να κοπανάει στ” αυτιά τους, ώστε να μάθουν να ακούνε με τα μάτια τους; Πρέπει κάποιος να κλαγγίζει όπως οι κατσαρόλες και οι δάσκαλοι των «μετανοείτε!»; Ή μόνο πιστεύουν τους τραυλούς; Έχουν κάτι για το οποίο είναι περήφανοι. Πώς το αποκαλούν, αυτό που τους κάνει περήφανους; Πολιτισμό, το αποκαλούν, τους ξεχωρίσει από τα γιδοκόπαδα. Δεν τους αρέσει, συνεπώς, ν” ακούνε για “περιφρόνηση” των εαυτών τους. Άρα θα μιλήσω στην περηφάνια τους. Θα τους μιλήσω για το πιο περιφρονητικό πράμα: αυτό, όμως, είναι ο τελευταίος άνθρωπος!»

by Αντικλείδι
0

Άλλαν Πέρσυ: «Νίτσε: 99 Μαθήματα Καθημερινής Φιλοσοφίας»


Η μοίρα των ανθρώπων είναι φτιαγμένη  από ευτυχισμένες στιγμές, όλων η ζωή τις έχει, αλλά όχι από ευτυχισμένες εποχές


Η ευτυχία είναι εύθραυστη και φευγαλέα, επειδή μπορεί να τη ζήσει κανείς μόνο σε ορισμένες στιγμές. αν μπορούσαμε να την απολαμβάνουμε αδιάκοπα, θα  έχανε όλη την αξία της, αφού μπορούμε να την αντιληφθούμε μονάχα ως αντίθεση. Έπειτα από μια εβδομάδα με συννεφιά, η ηλιόλουστη μέρα μάς φαίνεται σαν θαύμα της Δημιουργίας. Κατά τον ίδιο τρόπο, αισθανόμαστε τη χαρά πιο λαμπερή όταν βγαίνουμε από το πηγάδι της θλίψης. τα δυο συναισθήματα αλληλοσυμπληρώνονται και χρειάζονται το ένα το άλλο, γιατί ούτε η μελαγχολία είναι αιώνια ούτε θα μπορούσαμε να υποφέρουμε εκατό χρόνια ευτυχία.

Ένας από τους παράγοντες του στρες της σύγχρονης κοινωνίας είναι ακριβώς αυτό: το να πιστεύουμε ότι έχουμε την υποχρέωση να είμαστε ευτυχισμένοι πάντα και παντού. Η άρνηση της θλίψης προκαλεί τη διάδοση της κατανάλωσης αντικαταθλιπτικών και των θεραπειών, όπως και τη σπατάλη σε πράγματα που δε χρειαζόμαστε. μοιάζει σαν να πρέπει να νιώθουμε ντροπή αν δεν έχουμε ένα μόνιμο χαμόγελο χαραγμένο στο πρόσωπό μας. αντίθετα προς αυτή την ψευδή και παιδαριώδη οπτική γωνία, ο Νίτσε μας υπενθυμίζει πως η ευτυχία δίνεται μόνο σε αναλαμπές, κι όταν εμείς προσπαθούμε να τη διαιωνίσουμε καταστρέφουμε ακόμα και τις στιγμές αυτές, που μας βοηθούν να προχωράμε στον μακρύ και βασανιστικό δρόμο της ζωής.

Το γεγονός ότι νιώθουμε τόσο ευχάριστα στη φύση οφείλεται στο ότι αυτή δεν έχει γνώμη για μας

οι άνθρωποι του 21ου αιώνα είμαστε ξεκομμένοι από τη φύση κι αυτό συχνά μας κάνει να αισθανόμαστε σαν εξωγήινοι στον ίδιο μας τον πλανήτη. ακόμα κι αν πιστεύουμε ότι η παιδεία και ο πολιτισμός έχουν αναπληρώσει το πιο ζωώδες και ενστικτώδες μέρος του εαυτού μας, εξακολουθούμε να χρειαζόμαστε την επαφή με το φυσικό μας περιβάλλον.

για να σβήσουμε εικόνες άγχους που οφείλονται στην υπερβολική εργασία και σε αρκετά παρατεταμένη παραμονή στη ζούγκλα της πόλης, μια απόδραση δύο τριών ημερών κοντά στη φύση μπορεί να είναι περισσότερο αποτελεσματική από το να στουμπωθούμε με φάρμακα.

με την ευωδιά της εξοχής, τον καθαρό αέρα, την ησυχία τη διακοπτόμενη μόνο από μικρά πλασματάκια που βουίζουν και τιτιβίζουν τριγύρω μας, ξαναβρίσκουμε τη δική μας φύση, την εγκαταλειμμένη πολύ μακριά.

Κι όπως τονίζει ο Νίτσε, στην πόλη οφείλουμε να υποδυόμαστε κάποιο ρόλο, επειδή μας ενδιαφέρει πολύ το τι σκέφτονται οι άλλοι για μας. αντίθετα, όταν επιστρέφουμε στη φύση, μπορούμε να επιτρέπουμε στον εαυτό μας την πολυτέλεια να είμαστε εμείς οι ίδιοι. Δε χρειάζεται να ντυνόμαστε, να μιλάμε ή να ενεργούμε με έναν ιδιαίτερο τρόπο. αρκεί το να αφηνόμαστε να μας οδηγεί εκείνη στον πυρήνα του εαυτού μας, όπου μας περιμένει μια πηγή ηρεμίας.



Οφείλει κανείς να πληρώσει για την αθανασία, κι οφείλει να πεθάνει πολλές φορές ενώ συνεχίζει να ζει

ο Νίτσε μας υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει ένας μόνο  θάνατος κατά τη διάρκεια της ύπαρξης ενός ανθρώπου. Κατά τη διάρκεια της ζωής, ολοκληρώνουμε φάσεις και είναι χρήσιμο να πεθαίνουμε –συμβολικά– για να μπορούμε να γεννιόμαστε στο επόμενο στάδιο.