Από τους πανάρχαιους χρόνους
αποδίδονταν στους αριθμούς μια μυστηριακή και συμβολική σημασία. Αν και πολλά
έθνη χρησιμοποιούσαν τα γράμματα της αλφαβήτου για να παραστήσουν αριθμητικές
ιδέες.
Είναι γεγονός ότι οι αρχαίοι λαοί (Αιγύπτιοι, Χαλδαίοι,
Έλληνες , Ιουδαίοι) γνώριζαν πλήρως τα θαυμαστά μυστήρια που ήταν σε θέση να
αποκαλύψουν οι αριθμοί και ανέπτυξαν μία ολόκληρη επιστήμη αριθμητικών ιδεών,
εντελώς ξεχωριστή από τα μαθηματικά.
Η συσχέτιση των αρχαίων δοξασιών για τους Αριθμούς
με τα γράμματα της αλφαβήτου , τους Πλανήτες με τα Αστέρια , τους Αστερισμούς
και άλλα αστρονομικά μεγέθη, ασκούσαν μια μορφή μαντείας.
Αν και ο κάθε αριθμός από μόνος του έχει τη δική
του ξεχωριστή αποκρυφιστική και συμβολική έννοια και χωρίς να θέλουμε να
αδικήσουμε τους υπόλοιπους , σκοπός αυτής της εργασίας είναι να ασχοληθεί
αποκλειστικά με τον αριθμό Δώδεκα (12).
Αυτός ο αριθμός αντιπροσωπεύει έναν πλήρη
κύκλο κι έχει ένα τέλειο και σημαντικό χαρακτήρα που ήταν από τους πιο
αξιοσημείωτους στους αρχαίους πολιτισμούς , έχοντας μία άμεση και εξαρτημένη
σχέση με το ζωδιακό καθώς και με τους μήνες στους
περισσότερους πολιτισμούς είτε χρησιμοποιούσαν σεληνιακό είτε ηλιακό ημερολόγιο
.
Η ιερότητα του 12 φαίνεται ότι προέρχεται από το
αρχαϊκό δωδεκαδικό σύστημα , που πιθανώς ήταν το μοναδικό σύστημα αρίθμησης
κατά τη νεολιθική εποχή και παρέμεινε ως συμπληρωματικό του δεκαδικού μέχρι
σήμερα.
Η δωδεκάδα , ο χωρισμός της μέρας και της νύχτας
σε 12 ώρες και του έτους σε 12 μήνες αποτελούν κατάλοιπα του αρχέγονου
δωδεκαδικού συστήματος αρίθμησης.
Το 12 αντιπροσωπεύει τις 12 Ιεραρχίες των αρχαίων
γραφών που καθόριζαν με τη σειρά τους τους 12 αστερισμούς της ουράνιας
ζωδιακής ζώνης.
Πρώτοι οι Σουμέριοι ιερείς-αστρονόμοι
διαίρεσαν το έτος σε μικρότερες μονάδες. Έτσι όπως το σεληνιακό έτος τους είχε
δώδεκα μήνες των 30 περίπου ημερών και το ημερονύκτιό τους είχε δώδεκα ντάννα.
Έτσι καταλαβαίνουμε ότι ο αριθμός 12 αποτελούσε μία τεχνική για
τη διαίρεση της ροής του χρόνου αλλά κι όπως γνωρίζουμε οι
δωδεκάδες σχετίζονται είτε φανερά είτε με έναν κρυμμένο τρόπο με τα Σημεία
του Ζωδιακού , μέρη του μεγάλου κύκλου του ουρανού. Όπως μαρτυρούν τα
ευρήματα των ανασκαφών , ήδη από το 2.400 π.Χ χρησιμοποιούσαν το ηλιακό έτος
των 360 ημερών που διαιρούνταν σε 12 μήνες των 30 ημερών.
Αυτό φαίνεται και στο Βαβυλωνιακό
ημερολόγιο, αλλά μόνο στην εποχή του βασιλιά Χαμουραμπί (1955-1913 π.Χ)
επιβλήθηκε ομοιομορφία στο ημερολόγιο και δόθηκαν στους μήνες ονόματα , τα
οποία χρησιμοποιούνται ως σήμερα παραφθαρμένα στο εβραϊκό ,στο συριακό και στο
λιβανέζικο ημερολόγιο.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι διαίρεσαν τη μέρα σε
12 ώρες (χαρού) και 12 τη νύχτα. Οι 12 ημερήσιες ώρες προσωποποιούνταν με
θεές, που έφερναν επί της κεφαλής τους τον δίσκο του Ήλιου, ενώ οι 12
νυχτερινές προσωποποιούνταν με θεές που έφερναν επί της κεφαλής τους ένα
αστέρι.
Στην Ανατολή και συγκεκριμένα στην Κίνα ο
Ζωδιακός Κύκλος αντιπροσωπεύεται από δώδεκα ζώα που το καθένα ασκεί επίδραση
για ένα χρόνο.
Υδροχόος = Τίγρης
Ιχθύες
= Λαγός
Κριός
= Δράκοντας
Δίδυμοι
= Ίππος
Καρκίνος = Πρόβατο
Λέων
= Πίθηκος
Παρθένος = Κόκορας
Ζυγός
= Σκύλος
Σκορπιός =
Αγριόχοιρος
Τοξότης =
Αρουραίος
Αιγόκερως = Βόδι