Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013

0

το άλογο που μιλάει



Ο Βασίλης Ξανθόπουλος έλεγε για τις εξισώσεις της γενικής σχετικότητας: “είναι όμορφες γι’ αυτό πρέπει να λύνονται”.
Κάτι ανάλογο μπορούμε να πούμε για μερικές ιστορίες: “είναι όμορφες γι’ αυτό πρέπει να λέγονται ή να διαβάζονται”· έστω και αν δεν έχουν σχέση με την επικαιρότητα, όπως η σημερινή ιστορία που αναφέρεται στο άλογο του Αχιλλέα και προέρχεται από το βιβλίο της Ζακλίν ντε Ρομιγί “Τα ρόδα της μοναξιάς”:
…ένα ομηρικό επεισόδιο που πάντοτε έβρισκα συγκλονιστικό· είναι η στιγμή που το άλογο του Αχιλλέα αποκτά μ’ ένα θαύμα το δώρο του λόγου για κείνη τη μοναδική φορά και αναγγέλλει στον ήρωα τον επικείμενο θάνατό του. Η διάλεξη είχε τον τίτλο “Ένα άλογο που μιλά”.
Δεν θα ‘θελα να το επαναλάβω για μια ακόμη φορά αλλά το κείμενο είναι μέσα μου, αποτελεί μέρος του εαυτού μου.
Το χωρίο είναι τόσο συγκινητικό και το επεισόδιο τόσο σπάνιο! Σχεδόν δεν υπάρχουν θαύματα στην εποποιία του Ομήρου. Αλλά όταν υπάρχουν, πρόκειται για περιστάσεις μεγάλης σημασίας· τα πάντα συνηγορούν στη μοναδικότητα του γεγονότος.

“Ο Θρίαμβος του Αχιλλέα”, Κέρκυρα (Αχίλλειο) 
έργο του Αυστριακού καλλιτέχνη Franz Matsch
Πρέπει εξαρχής να το επισημάνουμε. Το ζευγάρι των αλόγων που ζεύει στο άρμα του ο Αχιλλέας δεν είναι τυχαίο· αποτελείται από δύο διάσημα άτια, το ένα μάλιστα με θεϊκή καταγωγή, που έλαβε ως γαμήλιο δώρο η θεά Θέτις όταν παντρεύτηκε τον θνητό Πηλέα, τον πατέρα του Αχιλλέα. Εμφανίζονται σε διάφορες περιπτώσεις στην Ιλιάδα και μία μόνο φορά, το ένα από αυτά τα δύο άλογα, για τούτη μόνο τη μοναδική περίσταση, ευλογείται με το δώρο του λόγου και αναγγέλλει το μέλλον: αρχίζει να το προμαντεύει ενόσω ο Αχιλλέας, ο οποίος απείχε καιρό πολύ από τις μάχες, ετοιμάζεται να βγει πάλι να πολεμήσει.
(…) Κι αίφνης, όλα είναι εκεί, ολόκληρο το θαύμα αυτού του κειμένου. Το άλογο απευθύνεται στον Αχιλλέα τη στιγμή που ετοιμάζεται για τη μάχη και του ανακοινώνει τον επικείμενο θάνατό του. Ο Όμηρος τον έχει ήδη προαναγγείλει και μάλιστα επανειλημμένα. Το άλογο όμως εκφράζεται με δύναμη κι αναφέρεται σ’ ένα μέλλον άμεσο. Κι αυτό μετράει! Φυσικά, πρέπει στο σημείο αυτό να θυμηθούμε ότι το ομηρικό ποίημα δεν φτάνει ως τη στιγμή του θανάτου του Αχιλλέα. Άρα ο χαρακτήρας του Αχιλλέα θα πρόβαλλε μόνο την οργή του, τη βία, τη μνησικακία του.
Στον αναγνώστη θα επιβαλλόταν η εικόνα του άνδρα που σκότωσε τον Έκτορα και που με τόση ωμότητα μεταχειρίστηκε το κορμί του ηττημένου αντιπάλου του. Επομένως, η συνταρακτική αναγγελία του επερχόμενου θανάτου του επαναφέρει μιαν ισορροπία μέσα στο ποίημα. Αποδίδει στον Αχιλλέα την αδυναμία του ως απλού θνητού. Η ίδια εντύπωση δημιουργείται όταν, στο τέλος του ποιήματος, ο γηραιός βασιλιάς της Τροίας επικαλείται μπροστά στον Αχιλλέα αυτόν τον πιθανό θάνατο που θα βυθίσει στο πένθος έναν γέροντα πατέρα. Η τραγωδία του θανάτου συνδέεται πάντοτε με το θρίαμβο της νίκης. Ο οίκτος, πάντοτε, έρχεται να αναμιχθεί με το μεγαλείο.
Τον λυπούνται τα άλογά του τον Αχιλλέα! Το ζώο που μιλά, μιλά με την ελπίδα να συγκρατήσει τον κύριό του. Διότι είναι δεμένα μαζί του, όπως είναι φυσικό, με μακρόχρονους και στενούς δεσμούς.
Έχουν ήδη δείξει με τρόπο συγκινητικό τον οίκτο τους σ’ ένα προηγούμενο επεισόδιο: ο Αχιλλέας τα είχε δανείσει στο φίλο του, τον Πάτροκλο, και να που ο Πάτροκλος έχει μόλις σκοτωθεί στη μάχη. Έχουμε ήδη λοιπόν στην αφήγηση, αν όχι ένα πρώτο θαύμα, κάτι πολύ κοντινό του· διότι μπροστά σ’ αυτή τη συμφορά που δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν, τα άλογα -και τα δύο τούτη τη φορά- κλαίνε, μας λέει ο Όμηρος.
Δεν θυμάμαι πια αν τα περιγράφει να σκύβουν τα κεφάλια μες στην οδύνη τους: έτσι τα βλέπω πάντως εγώ. Κι ακόμη και σήμερα, χρόνια αφότου μίλησα για το απόσπασμα αυτό, να που ξαναβρίσκω, χωρίς να χρειάζεται ν’ ανακαλέσω καμία λεπτομέρεια, την αίσθηση αυτού του οίκτου που καταλαμβάνει τα δυο άλογα και διογκώνεται, σαν μια φυσαλίδα που σιγά σιγά πλαταίνει την καρδιά και την πλουτίζει.

Ζακ Λουί Νταβίντ “Ο θυμός του Αχιλλέα”
…το φως του μικρού θαύματος με το άλογο που μιλά είναι όλο στραμμένο προς τον Αχιλλέα, στην ανδρεία και στον επερχόμενο θάνατό του. Ήδη μέσα στο κείμενο -να μην το ξεχνάμε αυτό-, σ’ εκείνον απευθύνεται το άλογο κι εκείνος θα αποκριθεί. Προφανώς η απάντησή του συμπεριλαμβάνεται στην ολοζώντανη ανάμνηση που έχω από το απόσπασμα αυτό και γι’ αυτό στοιχειώνει το παρισινό μου απομεσήμερο, ξεκινώντας από μιαν αόριστη αναπόληση ενός γνωστού κειμένου, που είχα πάψει πια να σκέφτομαι.
Διότι ο ήρωας με τα φοβερά μένεα αποκρίνεται με σπάνια απλότητα. Δεν θυμάμαι ακριβώς την απάντησή του και δεν θέλω να πάω να την εξακριβώσω. Έχω μόνο συγκρατήσει ότι ξεστομίζει ελάχιστα λόγια, αποδεχόμενος ανεπιφύλακτα τη μοίρα που τον περιμένει. Αυτή η αποδοχή κλείνει τη ραψωδία κι είναι βραχύτατη. Θυμάμαι ένα στίχο που λέει: “Το ξέρω κι από μόνος μου, η μοίρα μου είναι να πέσω εδώ, μακριά από τον πατέρα και τη μάνα μου”. Το θαύμα του αλόγου που μιλάει, που θα ‘πρεπε να ‘ναι μια προειδοποίηση για να αποθαρρύνει τον ήρωα, δεν αλλάζει τίποτε σ’ αυτά που ήξη ξέραμε, σ’ ό,τι ήξερε ο ίδιος, ούτε στη σταθερή απόφασή του να πάει να πολεμήσει και να πεθάνει στη μάχη.
Εδώ είμαι, στο μεγάλο, σιωπηλό μου καθιστικό. Αυτή η ευγένεια ευφραίνει την καρδιά μου σαν μια μεγάλη ανάσα οξυγόνου. Και σε μένα θα μπορούσαν ν’ αναγγείλουν τον επικείμενο θάνατό μου: δεν θα πάω στον πόλεμο αλλά είμαι πια πολύ μεγάλη και ξέρω ότι κάθε στιγμή το τέλος πλησιάζει: “Το ξέρω κι από μόνος μου…” Δεν έχω όμως τίποτε να θυσιάσω εγώ -ούτε νιάτα, ούτε ανδρεία, ούτε μέλλον. Η αποδοχή του Αχιλλέα έχει λοιπόν μια τελείως άλλη αξία. Κι αν τα δυο άλογα λύγισαν από οίκτο και οδύνη, εμένα, αντίθετα, νομίζω ότι με βοήθησε και μου χάρισε κουράγιο. Όταν κάνει πάταγο, ο ηρωισμός κινδυνεύει να μας φανεί πολύ μακρινός, όταν όμως είναι απλός και προσιτός μας αφήνει έκθαμβους. Δεν λυπάμαι καθόλου σαν σκέφτομαι το θάνατο του Αχιλλέα, παρ’ όλη τη θλίψη των αλόγων. Είναι για μένα η επιβεβαίωση αυτού που ήθελα πάντοτε να πιστεύω: ότι ο άνθρωπος, με όλα τα όρια και τις ατέλειές του, μπορεί να είναι αξιοθαύμαστος. Μπορεί ν’ αντιδράσει κατά τις προσδοκίες μας και πέρα ακόμη απ’ αυτές, μπορεί να είναι μια παρουσία ταυτόχρονα φιλική κι απίστευτα ανώτερη· είναι επομένως δυνατόν να μας κάνουν να νιώθουμε πως θα πεθάνουμε και συνάμα πως η ζωή είναι ωραία.
ΖΑΚΛΙΝ ΝΤΕ ΡΟΜΙΓΙ “ΤΑ ΡΟΔΑ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ”
Εκδόσεις ΣΥΝΑΨΕΙΣ
Η Ζακλίν ντε Ρομιγί πέθανε στις 17 Δεκεμβρίου 2010 σε ηλικία 97 ετών. Το απόσπασμα στο οποίο αναφέρεται (ραψωδία Τ, 356-424) υπάρχει εδώ σε μετάφραση Αλέξανδρου Πάλλη (1851-1935),εδώ σε μετάφραση Ιάκωβου Πολυλά (1825-1896) και εδώ σε μετάφραση Νίκου Καζαντζάκη (1883-1957). Και βέβαια αναμένουμε την ολοκλήρωση της μετάφρασης του Μαρωνίτη. Σχετικό είναι και το ποίημα Τα άλογα του Αχιλλέως του Κ. Καβάφη.
Τελειώνοντας την ανάρτηση, ας θυμηθούμε και ένα ακόμη άλογο που προκάλεσε συγκίνηση, ”Το άλογο που κλαίει”, μια ταινία του 1957, που παίχτηκε στους ελληνικούς κινηματογράφους το 1980 και σάρωσε σε εισπράξεις. Αξέχαστη φυσικά σκηνή της ταινίας, η σκηνή όπου ο άκαρδος χωρικός χτυπάει το άλογό του και το αναγκάζει να κλάψει.  
 


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου