Τρία μυρμήγκια συναντήθηκαν πάνω στην μύτη κάποιου που ξαπλωμένος κοιμόταν στον ήλιο. Αφού αλληλοχαιρετήθηκαν στάθηκαν να κουβεντιάσουν. Το πρώτο μυρμήγκι είπε “αυτοί οι λόφοι και οι πεδιάδες είναι οι πιο γυμνόκαρπες από ότι έχω δει ποτέ μου. Έψαχνα ολημερίς ένα σποράκι και δεν βρήκα τίποτα.” Κι είπε το δεύτερο “ Κι εγώ τα ίδια. Αυτή ναι θαρρώ, κείνη που λεν οι συμπατριώτες μου μαλακή και κινούμενη γη που σε δαύτη τίποτα δεν φυτρώνει.”
Τότε το τρίτο μυρμήγκι, σήκωσε το κεφάλι του κι είπε: ”Φίλοι μου στεκόμαστε αυτή την στιγμή πάνω στην μύτη του υπερμύρμηγκα, του πανίσχυρου και άπειρου Μυρμηγκιού που το σώμα του είναι τόσο μεγάλο που δεν μπορούμε να το δούμε, που η σκιά του είναι τόσο απέραντη που δεν μπορούμε να την σκιαγραφήσουμε, που η φωνή του είναι τόσο βροντερή που να μην μπορούμε να την ακούσουμε και είναι αυτός πανταχού παρόντος”.
Όταν το τρίτο μυρμήγκι μίλησε έτσι, τα άλλα αλληλοκοιτάχτηκαν και γέλασαν. Και την ίδια εκείνη στιγμή ο άνθρωπος κουνήθηκε στον ύπνο του σήκωσε το χέρι του και έξυσε την μύτη του, και τα τρία μυρμήγκια γίνηκαν λιώμα.
ΧΑΛΙΛ ΓΚΙΜΠΡΑΝ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου