«Με την λογική που είναι φυλακή μην κουβεντιάζεις», λέει ένα ρητό. Και ασφαλώς, το νόημα είναι πως πολλά πράγματα μπορούν να συμβούν αναπάντεχα, ακόμα και αν έχουμε χάσει κάθε ελπίδα. Εδώ και καιρό όμως, αναρωτιόμαστε όλοι λίγο πολύ αν έχουμε περάσει στην σφαίρα του παραλόγου. Αν η λογική που επικρατεί στην Ελλάδα, είναι τελικά αυτή του παραλόγου.
Ένα σκεπτικό μιας μαφιόζικης συμπεριφοράς του τύπου «όσο εμένα κάτι δεν με αγγίζει ή μπορεί ακόμη και να με εξυπηρετεί και ως ένα βαθμό να με εξυπηρετεί, δεν το αντιμάχομαι». Και ας υποφέρουν οι άλλοι εξαιτίας αυτού. Ένα από αυτά τα ζητήματα είναι και το θέμα της βίας. Ο Άλμπερ Καμύ στο βιβλίο του «ο επαναστατημένος άνθρωπος» αναφέρει πως «οι εγκληματίες της εποχής μας δεν είναι πλέον εκείνα τα αδύναμα παιδιά που επικαλούνταν ως δικαιολογία την αγάπη. Αντίθετα, είναι ενήλικες και το άλλοθί τους είναι αδιάσειστο: η φιλοσοφία μπορεί να βοηθήσει σε όλα, μπορεί ακόμη και να μεταμορφώσει τους δολοφόνους σε δικαστές». Το αξιοσημείωτο δε, σε αυτά του τα λόγια, είναι ότι αναφέρονται σε παλαιότερες δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα. Ωστόσο, θα έλεγε κανείς πως περιγράφει απόλυτα τις σύγχρονες «πολιτισμένες» κοινωνίες σε αυτό που ονομάζεται «πλανήτη Γη» και πιο συγκεκριμένα στην μικρή κοινωνία της Ελλάδας μας.
Ο ίδιος έπειτα αναφέρει πως «αν παλαιότερα το καταδίκαζαν σήμερα γίνεται νόμος. Αν το έγκλημα έχει λόγους να υπάρχει, η εποχή μας και εμείς οι ίδιοι ακολουθούμε με συνέπεια. Αν όμως δεν τους έχει, τότε ζούμε στην τρέλα και δεν υπάρχει άλλη διέξοδος παρά να εναρμονιστούμε ή να αλλάξουμε πορεία», και συνεχίζει πως «αν δεν πιστεύουμε σε τίποτα, αν τίποτα δεν έχει νόημα και δεν είμαστε ικανοί να επιβεβαιώσουμε καμία αξία, τότε όλα είναι δυνατά και τίποτα δεν έχει σημασία. Χωρίς υπέρ και χωρίς κατά, ο δολοφόνος δεν έχει ούτε δίκιο ούτε άδικο».
Άλλωστε βία αποτελεί μόνο η σωματική. Τα δυσβάστακτα μέτρα που λαμβάνονται από την πολιτεία για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, η μη απόδοση δικαιοσύνης, όλα αυτά αποτελούν μορφές βίας. Μιας βίας πιο ύπουλης και πιο αποτελεσματικής από την καθαρά σωματική, εφόσον μπορεί να καμουφλαριστεί με διαφορετικούς τρόπους και να δικαιολογηθεί ποικιλοτρόπως.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως η ελληνική κοινωνία στο σύνολό της σε κάθε έκφανση βίας παραμένει αμέτοχη και αδρανής. Και αυτή της η αδράνεια, είτε ασυνείδητα είτε συνειδητά, κεκαλυμμμένα ή απροκάλυπτα σημαίνει την αποδοχή αυτής της βίας από όπου αυτή και αν προέρχεται.
Αυτό ίσως να συμβαίνει επειδή όπως αναφέραμε νωρίτερα θεωρεί ότι δεν την αφορά ότι δεν την αγγίζει, δεν μπορεί να την επηρρεάσει. Ή πως ως άλλη στρουθοκάμηλος, μπήγει το κεφάλι στην άμμο ελπίζοντας πως δια μαγείας το πρόβλημα θα εξαφανιστεί. Είναι κοινώς αποδεχτό πως η παιδεία που δεχόμαστε μας συνοδεύει για μια ζωή. Επηρρεάζει άμεσα τον τρόπο σκέψης και ζωής μας. Με μια διαστρεβλωτική ερμηνεία, μπορούμε να πούμε πως οι αρχαίες τραγωδίες τελικά δεν μας δίδαξαν αλλά μας άφησαν να πιστεύουμε πως κάποιος από μηχανής θεός θα έρχεται πάντα να μας σώζει από τις συμφορές και τα βάσανα. Ξεχόντας βέβαια έτσι το «συν Αθηνά και χείρα κίνη».
Αν επανέλθουμε στο βιβλίο του Καμύ, ο ίδιος αναφέρει πως «Ανασαίνω σημαίνει κρίνω». Κι όμως η Ελλάδα αισθανόμαστε πως εδώ και καιρό κρατάει την αναπνοή της μη ξέροντας τι να περιμένει. Θα βγει στην επιφάνεια ή θα βυθιστεί για πάντα; Και να κρίνει σύμφωνα με τι; Με ποια λογική να της υπαγορεύει; Αφού όλοι προσπαθούν να την πείσουν πως «για τα αλλού μην ελπίζεις, δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό», που γράφει και ο Καβάφης στην Αλεξάνδρεια. Ωστόσο, ο επαναστατημένος άνθρωπος – σύμφωνα πάντα με τον Καμύ – είναι εκείνος που λέει «όχι». Και η Ελλάδα οφείλει να αρνηθεί κάθε είδους παράλογη λογική που την οδηγεί σε αδιέξοδα.
Mία χώρα σαν την πατρίδα μας, που πλήττεται από τόσο βαθιά οικονομική κρίση διαθέτει σε θεωρητικό επίπεδο ένα ισχυρό θεμέλιο αντίστασης απέναντι στην ισοπέδωση και την εξαθλίωση: τον ιστορικό της πολιτισμό, την γλώσσα της, την ταυτότητά της, τις διαχρονικές της αξίες. Μόνο με βάση αυτά τα θεμελιώδη ενοποιητικά χαρακτηριστικά μπορεί ένας δοκιμαζόμενος λαός να διαμορφώσει τη συλλογική του δράση. Από ό,τι όμως φαίνεται για την αποδόμηση της εθνικής, κοινωνικής και ατομικής μας ταυτότητας δεν δρα μόνο ο παγκοσμιοποιημένος «Λόγος» της «νέας τάξης» πραγμάτων, όπως κυνικά περιγράφει με προφητικό τρόπο ο Ζ. Brzezinski.
Παρασκευή Βαμβακά
Freepen
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου