Αλμπέρ Καμύ συγγραφέας-φιλόσοφος (7 Νοεμβρίου 1913- 4 Ιανουαρίου 1960)
Ο Αλμπέρ Καμύ (Albert Camus ) γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου του 1913 και πέθανε στις 4 Ιανουαρίου του 1960 σε ηλικία 47 χρονών. Ήταν Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας, ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκευαστής και ηθοποιός. Χρωστά σχεδόν εξίσου τη φήμη του στα μυθιστορήματα του «Ο Ξένος» και «Η πανούκλα», στα θεατρικά του έργα «Καλλιγούλας» και «Οι δίκαιοι» και τέλος στα φιλοσοφικά του δοκίμια «Ο μύθος τους Σίσυφου» και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος». Τιμήθηκε το 1957 με το Νόμπελ Λογοτεχνίας μόλις 44 ετών, ο δεύτερος νεότερος στην ιστορία του θεσμού, μετά τον Κίπλινγκ. Λέγεται πως ο Σαρτρ εξέφρασε την πικρία του που ο πάλαι ποτέ προστατευόμενός του βραβεύτηκε πριν τον ίδιο (ο Σαρτρ βραβεύτηκε το 1964). Δήλωσε πάντως πως «κανένας δεν χάρισε αυτό το βραβείο στον Καμύ».
Ήταν γιος του Λυσιέν Καμύ ενός εργάτη που απασχολούνταν σε ένα οινοπαραγωγικό κτήμα στην περιοχή Μοντοβί της Αλγερίας. Η οικογένεια του Καμύ ήταν πάμφτωχη. Εκεί στην Αλγερία γεννήθηκε ο Αλμπέρ, αλλά έμελλε να χάσει τον πατέρα του σε ηλικία μόλις ενός έτους. Ο πατέρας τους επιστρατεύτηκε στον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο και μέσα σε ένα μήνα έχασε την ζωή του. Ο μικρός Αλμπέρ θα τον γνωρίσει μέσα από μία φωτογραφία και μία σημαντική οικογενειακή ιστορία: την περιγραφή της έντονης αποστροφής που έδειξε ο πατέρας του μπροστά στο θέαμα μίας εκτέλεσης.
Μετά το θάνατο του Λισιέν η οικογένεια εγκαθίσταται στο Αλγέρι. Ο Αλμπέρ κάνει τις σπουδές του έχοντας την υποστήριξη των καθηγητών του. Ξεκινάει να γράφει πολύ νέος και τα πρώτα του κείμενα φιλοξενούνται στο περιοδικό Sud το 1932. Μετά από το απολυτήριο λυκείου, παίρνει πτυχίο ανωτάτων σπουδών στη φιλολογία, της φιλοσοφικής σχολής, αλλά η φυματίωση τον εμποδίζει να περάσει τον διαγωνισμό πιστοποίησης που θα του επέτρεπε να ασχοληθεί με την εκπαίδευση.
Το 1935, ξεκινάει το L’ Envers et l’ Endroit, που θα εκδοθεί δύο χρόνια αργότερα. Ιδρύει το Θέατρο της Εργασίας (le Théâtre du Travail) στο Αλγέρι που το 1937 μετονομάζει σε Θέατρο της Ομάδας. Σε ηλικία 22 χρόνων προσχώρησε στο κομμουνιστικό κόμμα, αλλά δύο χρόνια αργότερα αποβλήθηκε με την κατηγορία ότι ήταν τροτσκικός. Εργάζεται στην εφημερίδα Front populaire (Το λαϊκό μέτωπο), του Pascal Pia. Η έρευνα που κάνει «Μιζέρια της Καμπυλίας» θα συναντήσει αντιδράσεις. Το 1940, η κυβέρνηση της Αλγερίας θα απαγορεύσει την εφημερίδα και θα φροντίσει να μη ξαναβρεί δουλειά ο Καμύ. Εγκαθίσταται στο Παρίσι και εργάζεται ως γραμματέας σύνταξης στην εφημερίδα Paris-Soir. Εκείνη την περίοδο θα δημοσιεύσει τον «Ξένο» (1942) και το δοκίμιο «Ο μύθος του Σίσυφου» (1942) και θα αναπτύξει τις φιλοσοφικές του θέσεις. Σύμφωνα με την δική του άποψη περί ταξινόμησης του έργου του, αυτά τα έργα υπάγονται στον «κύκλο του παραλόγου» – ο οποίος θα συμπληρωθεί αργότερα με τα θεατρικά έργα «Η παρεξήγηση» και «Καλιγούλας» (1944). Το 1943 προσλαμβάνεται ως αναγνώστης από τον εκδοτικό οίκο Gallimard και αναλαμβάνει τη διεύθυνση της εφημερίδας Combat (Η μάχη) όταν ο Π. Πια κλήθηκε να προσφέρει από άλλες θέσεις στη Γαλλική Αντίσταση. Συνεχίζει το λογοτεχνικό έργο με της παραγωγή του «κύκλου της εξέγερσης», που περιλαμβάνει ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματά του, την «Πανούκλα» (1947), αλλά και άλλα έργα, λιγότερο δημοφιλή: «L’ État de siège» (1948), «Οι δίκαιοι» (1949) και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος» (1951).
Πολλοί θεωρούσαν τον Καμύ υπαρξιστή. Παρότι κυριαρχεί αυτή η εσφαλμένη αντίληψη, ο Καμύ ούτε δήλωνε υπαρξιστής (είχε αρνηθεί επανειλημμένα τη σχετική ταμπέλα ούτε και ασπαζόταν τον εν λόγω φιλοσοφικό ρεύμα. Η σύγχυση έχει προκληθεί, πρώτον, λόγω του συσχετισμού του με τον Σαρτρ, με τον οποίο τους συνέδεε αρχικά φιλία, αλλά αργότερα υπήρξαν ιδεολογικοί αντίπαλοι. Και δεύτερον, επειδή όντως ο Καμύ επηρεάστηκε από τον υπαρξισμό και ενσωμάτωσε στοιχεία στο δικό του έργο. Υπάρχουν όμως βασικές διαφορές ανάμεσα στον Καμύ και στη θεωρία του περί παραλόγου και στη θεωρία του Σαρτρ για τον υπαρξισμό. Το 1952 έρχεται σε ρήξη με τον Ζαν Πωλ Σαρτρ με την δημοσίευση στο περιοδικό Μοντέρνοι καιροί (Les Temps modernes) του άρθρου από τον Ανρί Ζανσόν (Henri Jeanson) που προσάπτει στην εξέγερση του Καμύ ότι είναι «εκ προθέσεως στατική». Το 1956, στο Αλγέρι, πρότεινε την «πολιτική ανακωχή» ενώ μαινόταν ο πόλεμος. Εκδίδει την «Πτώση» , ένα απαισιόδοξο βιβλίο.
Ο Καμύ σε προσωπικό επίπεδο υπήρξε γυναικάς. Η πρώτη του σύζυγος ήταν η εθισμένη στη μορφίνη Σιμόν Ιέ, δεύτερη και τελευταία η πιανίστρια Φρανσίν Φορ, με την οποία απέκτησε δίδυμα. Διατηρούσε όμως παράλληλα δεσμό – επί 16 χρόνια – με τη διάσημη Ισπανίδα ηθοποιό Μαρία Κασάρες.
Ένα από τα λιγότερο γνωστά στοιχεία για τον Καμύ είναι ότι ήταν δεινότατος χορευτής, αν πιστέψουμε τα ημερολόγια της Σιμόν ντε Μποβουάρ και άλλες μαρτυρίες από τα πάρτι στο σπίτι του Πικάσο και άλλων φίλων και γνωστών. Επίσης, ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με την υποκριτική. Μάλιστα, όταν πρωτογνώρισε τον Σαρτρ, συμφώνησε να παίξει ένα ρόλο στο θεατρικό του τελευταίου, τις «Μύγες». Τελικά, υπαναχώρησε.
Ο Καμύ έπασχε από φυματίωση αλλά δεν έμελλε να είναι η αρρώστια που θα τον οδηγήσει στον θάνατο. Οι φόβοι του για ένα τροχαίο επιβεβαιώθηκαν με τον χειρότερο τρόπο μιας που σκοτώθηκε στις 4 Ιανουαρίου 1969 σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, στο (Πτι) Βιλμπλεβέν της Υόν, όταν ο οδηγός και συγγενής του στενού του φίλου Γκαλιμάρ παρεκκλίνει της πορείας του και ρίχνει το αυτοκίνητο μάρκας Facel-Vega σε ένα δέντρο. Οι εφημερίδες της εποχής κάνουν λόγο για υπερβολική ταχύτητα (130 χλμ/ω), αδιαθεσία του οδηγού ή σκάσιμο του ελαστικού, αλλά ο συγγραφέας Ρενέ Ετιάμπλ διαβεβαιώνει ότι μετά από επίμονες μελέτες είχε στα χέρια του αποδείξεις ότι η Facel-Vega ήταν ένα κινητό φέρετρο - ωστόσο καμία εφημερίδα δε δέχτηκε να τις δημοσιεύσει. Οι συνομωσιολογικές εικασίες μιας ιταλικής εφημερίδας το 2011, ότι ο θάνατος του Καμύ ήταν δολοφονία δεν έχουν ληφθεί στα σοβαρά. Ο Καμύ τάφηκε στο Λουρμαρέν (Lourmarin) της Βωκλύζ (Vaucluse), όπου είχε αγοράσει μία κατοικία.
Στο περιθώριο των κυριάρχων φιλοσοφικών ρευμάτων ο Καμύ επέμεινε στον στοχασμό πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση. Αρνούμενος να εκφράσει ομολογία πίστεως στο Θεό, στην ιστορία ή στη λογική, ήρθε σε αντίθεση με τον Χριστιανισμό, το Μαρξισμό και τον Υπαρξισμό. Δε σταμάτησε ποτέ την πάλη ενάντια στα ιδεολογήματα και τις αφαιρέσεις που αποστρέφονται την ανθρώπινη φύση.
ΠΗΓΗ
Ο Αλμπέρ Καμύ (Albert Camus ) γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου του 1913 και πέθανε στις 4 Ιανουαρίου του 1960 σε ηλικία 47 χρονών. Ήταν Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας, ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκευαστής και ηθοποιός. Χρωστά σχεδόν εξίσου τη φήμη του στα μυθιστορήματα του «Ο Ξένος» και «Η πανούκλα», στα θεατρικά του έργα «Καλλιγούλας» και «Οι δίκαιοι» και τέλος στα φιλοσοφικά του δοκίμια «Ο μύθος τους Σίσυφου» και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος». Τιμήθηκε το 1957 με το Νόμπελ Λογοτεχνίας μόλις 44 ετών, ο δεύτερος νεότερος στην ιστορία του θεσμού, μετά τον Κίπλινγκ. Λέγεται πως ο Σαρτρ εξέφρασε την πικρία του που ο πάλαι ποτέ προστατευόμενός του βραβεύτηκε πριν τον ίδιο (ο Σαρτρ βραβεύτηκε το 1964). Δήλωσε πάντως πως «κανένας δεν χάρισε αυτό το βραβείο στον Καμύ».
Ήταν γιος του Λυσιέν Καμύ ενός εργάτη που απασχολούνταν σε ένα οινοπαραγωγικό κτήμα στην περιοχή Μοντοβί της Αλγερίας. Η οικογένεια του Καμύ ήταν πάμφτωχη. Εκεί στην Αλγερία γεννήθηκε ο Αλμπέρ, αλλά έμελλε να χάσει τον πατέρα του σε ηλικία μόλις ενός έτους. Ο πατέρας τους επιστρατεύτηκε στον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο και μέσα σε ένα μήνα έχασε την ζωή του. Ο μικρός Αλμπέρ θα τον γνωρίσει μέσα από μία φωτογραφία και μία σημαντική οικογενειακή ιστορία: την περιγραφή της έντονης αποστροφής που έδειξε ο πατέρας του μπροστά στο θέαμα μίας εκτέλεσης.
Μετά το θάνατο του Λισιέν η οικογένεια εγκαθίσταται στο Αλγέρι. Ο Αλμπέρ κάνει τις σπουδές του έχοντας την υποστήριξη των καθηγητών του. Ξεκινάει να γράφει πολύ νέος και τα πρώτα του κείμενα φιλοξενούνται στο περιοδικό Sud το 1932. Μετά από το απολυτήριο λυκείου, παίρνει πτυχίο ανωτάτων σπουδών στη φιλολογία, της φιλοσοφικής σχολής, αλλά η φυματίωση τον εμποδίζει να περάσει τον διαγωνισμό πιστοποίησης που θα του επέτρεπε να ασχοληθεί με την εκπαίδευση.
Το 1935, ξεκινάει το L’ Envers et l’ Endroit, που θα εκδοθεί δύο χρόνια αργότερα. Ιδρύει το Θέατρο της Εργασίας (le Théâtre du Travail) στο Αλγέρι που το 1937 μετονομάζει σε Θέατρο της Ομάδας. Σε ηλικία 22 χρόνων προσχώρησε στο κομμουνιστικό κόμμα, αλλά δύο χρόνια αργότερα αποβλήθηκε με την κατηγορία ότι ήταν τροτσκικός. Εργάζεται στην εφημερίδα Front populaire (Το λαϊκό μέτωπο), του Pascal Pia. Η έρευνα που κάνει «Μιζέρια της Καμπυλίας» θα συναντήσει αντιδράσεις. Το 1940, η κυβέρνηση της Αλγερίας θα απαγορεύσει την εφημερίδα και θα φροντίσει να μη ξαναβρεί δουλειά ο Καμύ. Εγκαθίσταται στο Παρίσι και εργάζεται ως γραμματέας σύνταξης στην εφημερίδα Paris-Soir. Εκείνη την περίοδο θα δημοσιεύσει τον «Ξένο» (1942) και το δοκίμιο «Ο μύθος του Σίσυφου» (1942) και θα αναπτύξει τις φιλοσοφικές του θέσεις. Σύμφωνα με την δική του άποψη περί ταξινόμησης του έργου του, αυτά τα έργα υπάγονται στον «κύκλο του παραλόγου» – ο οποίος θα συμπληρωθεί αργότερα με τα θεατρικά έργα «Η παρεξήγηση» και «Καλιγούλας» (1944). Το 1943 προσλαμβάνεται ως αναγνώστης από τον εκδοτικό οίκο Gallimard και αναλαμβάνει τη διεύθυνση της εφημερίδας Combat (Η μάχη) όταν ο Π. Πια κλήθηκε να προσφέρει από άλλες θέσεις στη Γαλλική Αντίσταση. Συνεχίζει το λογοτεχνικό έργο με της παραγωγή του «κύκλου της εξέγερσης», που περιλαμβάνει ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματά του, την «Πανούκλα» (1947), αλλά και άλλα έργα, λιγότερο δημοφιλή: «L’ État de siège» (1948), «Οι δίκαιοι» (1949) και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος» (1951).
Πολλοί θεωρούσαν τον Καμύ υπαρξιστή. Παρότι κυριαρχεί αυτή η εσφαλμένη αντίληψη, ο Καμύ ούτε δήλωνε υπαρξιστής (είχε αρνηθεί επανειλημμένα τη σχετική ταμπέλα ούτε και ασπαζόταν τον εν λόγω φιλοσοφικό ρεύμα. Η σύγχυση έχει προκληθεί, πρώτον, λόγω του συσχετισμού του με τον Σαρτρ, με τον οποίο τους συνέδεε αρχικά φιλία, αλλά αργότερα υπήρξαν ιδεολογικοί αντίπαλοι. Και δεύτερον, επειδή όντως ο Καμύ επηρεάστηκε από τον υπαρξισμό και ενσωμάτωσε στοιχεία στο δικό του έργο. Υπάρχουν όμως βασικές διαφορές ανάμεσα στον Καμύ και στη θεωρία του περί παραλόγου και στη θεωρία του Σαρτρ για τον υπαρξισμό. Το 1952 έρχεται σε ρήξη με τον Ζαν Πωλ Σαρτρ με την δημοσίευση στο περιοδικό Μοντέρνοι καιροί (Les Temps modernes) του άρθρου από τον Ανρί Ζανσόν (Henri Jeanson) που προσάπτει στην εξέγερση του Καμύ ότι είναι «εκ προθέσεως στατική». Το 1956, στο Αλγέρι, πρότεινε την «πολιτική ανακωχή» ενώ μαινόταν ο πόλεμος. Εκδίδει την «Πτώση» , ένα απαισιόδοξο βιβλίο.
Ο Καμύ σε προσωπικό επίπεδο υπήρξε γυναικάς. Η πρώτη του σύζυγος ήταν η εθισμένη στη μορφίνη Σιμόν Ιέ, δεύτερη και τελευταία η πιανίστρια Φρανσίν Φορ, με την οποία απέκτησε δίδυμα. Διατηρούσε όμως παράλληλα δεσμό – επί 16 χρόνια – με τη διάσημη Ισπανίδα ηθοποιό Μαρία Κασάρες.
Ένα από τα λιγότερο γνωστά στοιχεία για τον Καμύ είναι ότι ήταν δεινότατος χορευτής, αν πιστέψουμε τα ημερολόγια της Σιμόν ντε Μποβουάρ και άλλες μαρτυρίες από τα πάρτι στο σπίτι του Πικάσο και άλλων φίλων και γνωστών. Επίσης, ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με την υποκριτική. Μάλιστα, όταν πρωτογνώρισε τον Σαρτρ, συμφώνησε να παίξει ένα ρόλο στο θεατρικό του τελευταίου, τις «Μύγες». Τελικά, υπαναχώρησε.
Ο Καμύ έπασχε από φυματίωση αλλά δεν έμελλε να είναι η αρρώστια που θα τον οδηγήσει στον θάνατο. Οι φόβοι του για ένα τροχαίο επιβεβαιώθηκαν με τον χειρότερο τρόπο μιας που σκοτώθηκε στις 4 Ιανουαρίου 1969 σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, στο (Πτι) Βιλμπλεβέν της Υόν, όταν ο οδηγός και συγγενής του στενού του φίλου Γκαλιμάρ παρεκκλίνει της πορείας του και ρίχνει το αυτοκίνητο μάρκας Facel-Vega σε ένα δέντρο. Οι εφημερίδες της εποχής κάνουν λόγο για υπερβολική ταχύτητα (130 χλμ/ω), αδιαθεσία του οδηγού ή σκάσιμο του ελαστικού, αλλά ο συγγραφέας Ρενέ Ετιάμπλ διαβεβαιώνει ότι μετά από επίμονες μελέτες είχε στα χέρια του αποδείξεις ότι η Facel-Vega ήταν ένα κινητό φέρετρο - ωστόσο καμία εφημερίδα δε δέχτηκε να τις δημοσιεύσει. Οι συνομωσιολογικές εικασίες μιας ιταλικής εφημερίδας το 2011, ότι ο θάνατος του Καμύ ήταν δολοφονία δεν έχουν ληφθεί στα σοβαρά. Ο Καμύ τάφηκε στο Λουρμαρέν (Lourmarin) της Βωκλύζ (Vaucluse), όπου είχε αγοράσει μία κατοικία.
Στο περιθώριο των κυριάρχων φιλοσοφικών ρευμάτων ο Καμύ επέμεινε στον στοχασμό πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση. Αρνούμενος να εκφράσει ομολογία πίστεως στο Θεό, στην ιστορία ή στη λογική, ήρθε σε αντίθεση με τον Χριστιανισμό, το Μαρξισμό και τον Υπαρξισμό. Δε σταμάτησε ποτέ την πάλη ενάντια στα ιδεολογήματα και τις αφαιρέσεις που αποστρέφονται την ανθρώπινη φύση.
ΠΗΓΗ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου