Για κάμποσα χρόνια υπήρξα τυπικός πληροφοριομανιακός. Αναζητούσα
παντού και πάντα, πληροφορίες και τις καταβρόχθιζα με αξιοσημείωτη
απληστία. Έκανα ασταμάτητο ζάπινγκ στην τηλεόραση, άλλαζα συνεχώς σταθμό
στο ραδιόφωνο, ξεφύλλιζα τρία τέσσερα περιοδικά, και σκανάριζα με το
βλέμμα μου δύο τρεις εφημερίδες ημερησίως. Το «σκύλεμα» πληροφοριών από
το κουφάρι παλιών εφημερίδων εξέλαβε τα χαρακτηριστικά ιεροτελεστίας.
Δεν υπήρχε περίπτωση να βρίσκομαι σ’ έναν χώρο μαζί με εφημερίδες και
περιοδικά και να μην διαβάζω τα περιεχόμενα τους. Δεν μπορούσα να
αντισταθώ στην έλξη της πληροφορίας! Διάβαζα αδιάκοπα πολλά βιβλία,
φτάνοντας κάποια στιγμή να διαβάζω 17 βιβλία ταυτόχρονα! Όταν συνδέθηκα
για πρώτη φορά στο Internet αισθάνθηκα σαν να βρέθηκα στον πληροφορικό
Παράδεισο.
Έμενα συνδεδεμένος με τις ώρες, άυπνος και τρεφόμενος με Junk-food. Και τι πακέτα πληροφοριών δεν «κατέβασα» σ’ εκείνες τις πρώτες μου Ιντερνετικές εξορμήσεις!
Άπληστος για τις πληροφορίες στο τέλος κατέληξα ένας νευρωτικός συλλέκτης άχρηστων στην πλειονότητα τους πληροφοριών. Το μυαλό μου έδινε την εντύπωση ενός «κάδου ανακύκλωσης» στο οποίο είχαν πεταχτεί κάποια εκατοντάδες γιγαμπάιτ «πληροφοριοσκουπιδιών». Θυμάμαι κάποιες φορές πως είχα την εντύπωση ότι ο εγκέφαλός μου κόντευε να καεί από την πληροφοριακή υπερφόρτιση, όπως ο εγκέφαλος του «Μνημονικού Τζώνυ» (Mnemonic Johnny), που παρά τις τεχνητές επεκτάσεις της μνήμης του, κόντεψε να «καεί» από το πληροφοριακό πακέτο των 100 γιγαμπάιτ που του φόρτωσαν για μεταφορά οι αποσκιρτήσαντες επιστήμονες της ιαπωνικής φαρμακευτικής εταιρείας Όνο-Σεντάι. Μπορεί ο δικός μου εγκέφαλος τελικά να μην κάηκε, αλλά όμως μπλοκαρίστηκε –κάτι που με οδήγησε στην πληροφοριονεύρωση.
Τα συμπτώματα αυτής της κατάστασης ήταν διάχυτη νευρικότητα, αισθήματα άγχους και μοναξιάς, ανασφάλεια, απώλεια αυτοεκτίμησης, αίσθηση απώλειας του ελέγχου στη ζωή μου κ.α. Δεν άργησα να αντιληφθώ πως δεν ήμουν ο μόνος που υπέφερα από πληροφοριονεύρωση, καθώς μοιραζόμουν αυτή την πάθηση μαζί με την πλειονότητα των ανθρώπων που ασχολούνταν με τα λεγόμενα πληροφοριακά επαγγέλματα. Παρατήρησα λοιπόν πως δημοσιογράφοι, διαφημιστές, διευθυντές και στελέχη επιχειρήσεων, καθηγητές, γιατροί, δικηγόροι, χρηματιστές και άλλοι επαγγελματίες, υπέφεραν κι αυτοί από υπερκορεσμό πληροφοριών και κόντευαν να γονατίσουν από την «πληροφοριακή υπερκόπωση». Διάβασα μάλιστα και σχετικές επιστημονικές μελέτες, που βεβαίωναν για την ύπαρξη αυτής της μοντέρνας «νευρασθένειας». Ο Αμερικανός καθηγητής της Οικολογίας των ΜΜΕ Νήλ Πόστμαν είχε ήδη κατατάξει την πληροφοριομανία στις παθολογικές καταστάσεις, που χρίζει ανάλογης αντιμετώπισης: Ξέρετε, υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να σταματήσουν να διαβάζουν, είτε μιλάμε για εφημερίδα είτε για τα συστατικά που αναγράφονται στο κουτί με τα Corn Flakes. Μόνο που η τηλεόραση αποτελεί μεγαλύτερο πειρασμό από το διάβασμα, επειδή το τελευταίο προϋποθέτει συνεχή εγρήγορση. Με την τηλεόραση συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Οι άνθρωποι κάθονται, την ανοίγουν και την αφήνουν να τους περιλούσει με εικόνες».
Από την πλευρά του ο Βρετανός ψυχολόγος Ντέιβιντ Λιούιτς, που πρότεινε ο όρος πληροφοριονεύρωση να καθιερωθεί στην ιατρική διάλεκτο, υποστήριζε πως «ο συνδυασμός τόσων πολλών πληροφοριών και παραμέτρων, οδηγεί σε αδιέξοδο και δυσχεραίνει την επιλογή των σωστών λύσεων και αποφάσεων». Εντάξει, παραδέχομαι πως ήμουν ένας «ασθενής» της υπερπληροφόρησης, αλλά διέθετα ακόμη κάποια ψήγματα ορθολογισμού και ψυχραιμίας για να καταπιαστώ σε βάθος με την ανάλυση του προβλήματος. Αν όχι για να βοηθηθώ εγώ, τουλάχιστον για να βοηθηθείτε εσείς που με διαβάζετε.
ΠΝΙΓΜΕΝΟΙ ΣΤΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΑ ΜΑΣ ΑΠΟΒΛΗΤΑ
Δεν άργησα λοιπόν να συνειδητοποιήσω ότι στην εποχή μας πνιγόμαστε μέσα στα πληροφοριακά μας απόβλητα. Αυτή η ξέφρενη πληροφοριοποίηση των πάντων, η υπεραφθονία εικόνων, η «απευθείας μετάδοση» των γεγονότων, δημιουργεί έναν ωκεανό ακατέργαστών πληροφοριών που πλημμυρίζει την καθημερινότητά μας και μας πνίγει. Αυτά τα «σήματα», οι πληροφορίες που μας βομβαρδίζουν σήμερα από την τηλεόραση, το Internet και τον τύπο είναι πολύ περισσότερα απ’ όσα μπορούμε να αφομοιώσουμε. Η περίσσεια πληροφοριών, αυτή η ακατάσχετη πληροφοριακή αφόδευση, διασπείρεται αδιάφορα και επιφανειακά προς όλες τις κατευθύνσεις ακολουθώντας το «νόμο της μαρμελάδας»: όσο περισσότερο απλώνεται, τόσο πιο πολύ λεπταίνει, δηλαδή δεν παράγει γνώση.
Στη ρίζα του προβλήματος βρίσκεται το χάσμα της πληροφορικής επεξεργασίας. Παράγουμε πολύ περισσότερες πληροφορίες απ’ όσες μπορούμε να καταναλώσουμε. Υπάρχει δηλαδή μια μεγάλη διάσταση ανάμεσα στην παραγωγή ακατέργαστων πληροφοριών και στην τελική επεξεργασία και «κατανάλωση» τους. Ως γνωστόν ο «ποταμός» των πληροφοριών που παράγουμε διογκώνεται με το πέρασμα του χρόνου. Αυξάνουμε την παραγωγή των ακατέργαστων πληροφοριών με ρυθμό 10% ετησίως, ενώ τις καταναλώνουμε με ρυθμό μόλις 3%, πράγμα που σημαίνει ότι ένα αναξιοποίητο 7% περισσεύει ως άχρηστη πληροφορία (Infojunk). (Το διάστημα 1999-2003 η παραγωγή ακατέργαστων πληροφοριών άγγιξε το εκπληκτικό ποσοστό του 30% ανά έτος).
Τα τελευταία 25 χρόνια η ανθρωπότητα παρήγαγε περισσότερες πληροφορίες απ’ όσες είχαν παραχθεί όλα τα προηγούμενα 5.000 χρόνια! Μια σημερινή κυριακάτική εφημερίδα έχει περισσότερες πληροφορίες απ’ όσες θα μπορούσε να συγκεντρώσει ένας Ευρωπαίος του 17ου αιώνα κατά τη διάρκεια όλης της ζωής του. Παντού γύρω μας υπάρχει μια υπερπροσφορά πληροφοριών. Δείτε για παράδειγμα τα περίπτερα –αυτή τη μοναδική προσφορά της σύγχρονης Ελλάδας στο σύγχρονο πολιτισμό!– που κινδυνεύουν τα καλυφθούν πίσω από τον υπερπληθωρισμό των περιοδικών. Οι κυριακάτικες εφημερίδες έχουν μετατραπεί σε χάρτινους όγκους που εμπεριέχουν σχεδόν τα πάντα. Τι υπέροχη εποχή για έναν Infomaniac!
800ΜΒ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ:
Η ΕΤΗΣΙΑ ΚΑΤΑΚΕΦΑΛΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΗ ΜΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Είναι ολοφάνερο λοιπόν πως η κατά κεφαλήν παραγόμενη πληροφορία αυξάνεται ταχύτατα χρόνο με το χρόνο. Μια έρευνα του 2003, από τον Δρ Πίτερ Λάιμαν και τους συνεργάτες του, έδειξε πως κάθε χρόνο παράγονται 800MB πληροφοριών για κάθε άτομο στον πλανήτη.
Από την άλλη ο συνολικός όγκος πληροφοριών που θα παραγάγει η ανθρωπότητα το 2004, αποθηκευμένες σε κάθε είδους μέσο, θα είναι διπλάσιος από εκείνον του 2000! Ένα 90% από τις πληροφορίες που παρήχθησαν τη χρονιά εκείνη θεωρούνται εδώ και καιρό ξεπερασμένες κι έχουν αξία μόνον για τους ιστορικούς του μέλλοντος: ένα υλικό που θα είναι δυνατόν να αξιοποιηθεί μόνο με τη χρήση κάποιων μελλοντικών υπερυπολογιστών.
Αν και τα CD-Rom κερδίζουν συνεχώς έδαφος ως αποθηκευτικά μέσα, ωστόσο το χαρτί παραμένει ακόμη δημοφιλές: Η πληροφορία σε βιβλία, περιοδικά και άλλα έντυπα έχει αυξηθεί κατά 43% σε διάστημα τριών ετών (1999-2003). Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι μόνο το 2002 η πληροφορία που αποθηκεύτηκε σε χαρτί, φιλμ, μαγνητικά ή οπτικά μέσα έφτασε τα πέντε εξάκις εκατομμύρια bytes. Ο αριθμός είναι αστρονομικός καθώς ξεπερνά κατά 500 φορές τα περιεχόμενα της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου, δηλαδή 10ΤΒ (Τέραμπαιτ) δεδομένων σε 19 εκατομμύρια τόμους και 56 εκατομμύρια χειρόγραφα. Βέβαια ακόμη περισσότερη ήταν η πληροφορία που μεταδόθηκε από ηλεκτρονικά μέσα, όπως το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση και το Διαδίκτυο. Το 2002 η ποσότητα αυτής της πληροφορία έφτασε τα 18 Exabytes, από τα οποία το 98% αντιστοιχεί σε τηλεφωνικές κλήσεις φωνής. Πρέπει βεβαίως να σημειωθεί πως το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής πληροφορίας που διακινείται δεν είναι νέα παραγωγή, αλλά επαναλήψεις: Από τις 320 εκατομμύρια ώρες ραδιοφωνικών εκπομπών, μόνο τα 70 εκατομμύρια ώρες ήταν νέο υλικό. Στην τηλεόραση, μόνο 32 εκατομμύρια ώρες από τις συνολικά 123 εκατομμύρια ώρες εκπομπών δεν είχε ξαναπροβληθεί.
Τέλος υπολογίστηκε από τους ίδιους ερευνητές πως ένας μέσος Αμερικανός διαθέτει το 46% του χρόνου του στο να λαμβάνει και να μεταδίδει πληροφορίες. Συγκεκριμένα κάθε μήνα μιλά 16,17 ώρες στο τηλέφωνο, ακούει 90 ώρες ραδιοφωνικές εκπομπές και βλέπει 131 ώρες τηλεόραση. Όσον αφορά τους χρήστες του Διαδικτύου, περνούν περίπου 25 ώρες συνδεδεμένοι από το σπίτι και ακόμα 74 ώρες από το γραφείο τους. Κοντολογίς, το συμπέρασμα αυτής της έρευνας είναι ότι χρόνο με το χρόνο παράγουμε όλο και περισσότερες πληροφορίες τις οποίες όμως αδυνατούμε να διαχειριστούμε. Και το γεγονός αυτό κάθε άλλο παρά ευτυχισμένους μας κάνει…
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ
Αποτελεί κοινό μυστικό πως τις «δωρεάν» φτηνιάρι
κες πληροφορίες των ΜΜΕ, τις πληρώνουμε στην ουσία ακριβά. Τα ΜΜΕ και ειδικότερα η τηλεόραση, κατασκευάζουν ωκεανούς εικόνων «στις οποίες δεν υπάρχει τίποτε να δεις, εικόνες χωρίς ίχνη, χωρίς σκιά, χωρίς συνέπειες… Μόνον αυτό τελικά είναι αυτές οι εικόνες: το ίχνος κάποιου πράγματος που έχει εξαφανιστεί» (Jean Baudrillard). Τι θα συνέβαινε, αναρωτιέται ο μεταμοντέρνος Γάλλος φιλόσοφος Ζαν Μπωντριγιάρ, «αν η πληροφορία δεν είχε πια να κάνει με το γεγονός, αλλά αφορούσε την προώθηση και την παραγωγή της ίδιας της πληροφορίας ως γεγονότος;»
Εφόσον στην μεταμοντέρνα εποχή η πληροφορία τείνει να γίνει γεγονός, θα πρέπει να εστιαστούμε λίγο περισσότερο στις ιδιότητες της πληροφορίας, που θεωρείται βάση της σύγχρονης οικονομίας και κοινωνίας. Η πληροφορία είναι ένας άυλος πρωτογενής πόρος, που είναι κυριολεκτικά ανεξάντλητος, εφόσον επεκτείνεται όσο τη χρησιμοποιεί κανείς. Αναπτύσσεται εκθετικά, δηλαδή με γεωμετρική πρόοδο, εφόσον καταναλώνοντας πληροφορίες παράγουμε αυτομάτως νέες. Δεν υπάρχουν όρια για να περιορίσουν την επέκταση της πληροφορίας. Ο έσχατος περιορισμός της, το τελικό «όριο ανάπτυξης» της είναι μόνον ο χρόνος. Η πληροφορία έχει επίσης και μιαν άλλη ιδιότητα, αυτή της διάχυσης. Τείνει να διαφεύγει προς κάθε κατεύθυνση κι όσο περισσότερο χάνεται τόσο πιο πολύ εμπλουτίζεται. Τίποτε δεν είναι απόλυτα στεγανό για να «ασφαλίσει» την πληροφορία. Και γι’ αυτό είναι σχεδόν αδύνατο να υπάρξει σήμερα κάποιο μονοπώλιο στην πληροφόρηση, αλλά αντίθετα υπάρχει μια τάση πληροφοριακής αποκέντρωσης.
Οι παραπάνω ιδιότητες μπορεί να καθιστούν την πληροφορία «δύναμη υψηλής ποιότητας», από την άλλη όμως καθιστούν και την «πληροφοριακή σαβούρα» ανεξέλεγκτη, και άρα δύσκολα αντιμετωπίσιμη. Και αυτό γιατί η Infojunk έχει όλες τις διαχυτικές ιδιότητες της πληροφορίας, χωρίς ωστόσο να έχει και όλα τα άλλα θετικά χαρακτηριστικά της.
Ως γνωστόν η πληροφορία θεωρείται βάση της Γνώσης. Μπορεί να φθάσει κανείς στο επίπεδο της Γνώσης -προϊόν εμπειρογνωμοσύνης- με την αντικειμενική επεξεργασία των ακατέργαστων πληροφοριών. Η αφομοιωμένη Γνώση θεωρείται γενικώς Σοφία. Συνοψίζοντας την «πυραμίδα» Πληροφορία-Γνώση-Σοφία ο Τόμας Έλιοτ είχε πει: «Η πληροφορία είναι οριζόντια. Η Γνώση δομείται και ιεραρχείται. Η Σοφία είναι οργανική κι ευέλικτη». Αλλά αυτό αποτελεί ένα υγιές πυραμιδοειδές σχήμα, εφόσον αφορά την επεξεργάσιμη πληροφορία. Όσο για τις ακατέργαστες πληροφορίες και την Infojunk, αυτές αποτελούν τη μάστιγα των ανθρώπων της πληροφορικής εποχής, καθώς δεν οδηγούν στη γνώση αλλά στην πληροφοριονεύρωση.
Η ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΒΛΑΠΤΕΙ ΣΟΒΑΡΑ ΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ
Η πληροφοριόσφαιρα που μας περιβάλλει νοσεί, τόσο από τα πληροφοριακά της σκουπίδια, όσο κι από τον ανεξέλεγκτο υπερπληθωρισμό των ακατέργαστων πληροφοριών που παράγει. Ολόκληρο «το σύστημα της μαζικής επικοινωνίας βρίσκεται φιμωμένο, πνιγμένο από την ποσότητα της επικοινωνίας που το ίδιο προκαλεί», παρατηρεί εύστοχα ο Ιγνάσιο Ραμονέ, διευθυντής της Le Monde Diplomatique. Αυτή η ποσότητα της επικοινωνιακής πληροφορίας δεν κάνει απαραίτητα καλό. Το αντίθετο. Η υπερπληροφόρηση βλάπτει σοβαρά την υγεία μας.
Η μανία μας να εξαλείψουμε την αμάθεια μας έριξε στην παγίδα της υπερπληροφόρησης. Χαμένοι στην κυριολεξία μέσα σ’ έναν απέραντο ωκεανό ακατέργαστων πληροφοριών, που οι ίδιοι παράγουμε, νιώθουμε σα ναυαγοί χωρίς ελπίδα, αδύναμοι μπροστά στα πελώρια «πληροφοριακά κύματα» που απειλούν να μας καταπιούν… Ο Ντέιλ Μπράσερς, ειδικός σε θέματα Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο του Ιλλινόις, προειδοποιεί πως η εμμονή πολλών ανθρώπων στις ειδήσεις βλάπτει σοβαρά την ψυχική υγεία τους. Μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου το κοινό στη Δύση, φοβούμενο το ενδεχόμενο και άλλων τρομοκρατικών επιθέσεων, άρχισε να αναζητεί ολοένα και περισσότερη πληροφόρηση, αλλά τελικά οι πολίτες κατέληξαν να είναι μεν περισσότερο ενημερωμένοι αλλά παράλληλα και απεριόριστα πιο νευρικοί, ανασφαλείς και αγχωμένοι. Για τον Μπράσερς, συγγραφέα του άρθρου Διαχείριση της Πληροφορίας και της Αβεβαιότητας, που δημοσιεύθηκε στην Journal of Communication, είναι φυσιολογική η ανάγκη μας να συλλέγουμε πληροφορίες, προκειμένου να εξορκίσουμε τους φόβους μας. Ωστόσο, σε πολλά θέματα, πρέπει να αποστασιοποιηθούμε από το «βομβαρδισμό ειδήσεων», όπως για παράδειγμα από το ζήτημα της βιοτρομοκρατίας, όπου όλοι έγιναν ξαφνικά «ειδικοί» και μιλούσαν για τον βάκιλο του άνθρακα κ.α. Αυτό που χρειάζεται είναι μια χρυσή ισορροπία ανάμεσα στην επαγρύπνηση και την ψυχαναγκαστική τάση για ενημέρωση. Στον αντίποδα της θεωρίας του Αμερικανού καθηγητή, ο Μπάρι Γκάντερ, εκπρόσωπος της Βρετανικής Εταιρείας Ψυχολογίας και καθηγητής δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ, δήλωσε στο BBC ότι, όταν το κοινό καταλαβαίνει περισσότερο το αίτιο της φοβίας του, νιώθει ότι έχει μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στην κατάστασή του. Μειώνοντάς την αβεβαιότητα ο άνθρωπος νιώθει ότι ελέγχει περισσότερο την κατάσταση κι αισθάνεται λιγότερο αγχωμένος.
Αλλά υπάρχει κι ένας ακόμη μεγαλύτερος κίνδυνος. Πνιγμένοι κάτω από ασύλληπτες ποσότητες άχρηστων πληροφοριών, οι άνθρωποι φαίνεται ότι έχουν περάσει από την πράξη στη μίμηση της πράξης. Οι διευθυντές παριστάνουν ότι διευθύνουν, οι δημιουργοί ότι δημιουργούν, οι ερευνητές ότι ερευνούν και οι εκπαιδευτικοί ότι διδάσκουν. Όλοι βρίσκονται σε μια κατάσταση «δήθεν», δίνοντας την εντύπωση ότι κάνουν κάτι, ενώ στην ουσία αναμασούν κι ανακυκλώνουν τα ίδια και τα ίδια.
Όταν τους στριμώξει κανείς καλύπτουν την έλλειψη της αυθεντικότητας τους με τη χορήγηση μεγάλου όγκου μη ουσιαστικών πληροφοριών. Πρόκειται για ένα από τα γνωστά «δικηγορίστικα κόλπα»: όταν η μια πλευρά ζητάει μια πληροφορία, η άλλη προσπαθεί να καλύψει τις ελλείψεις της με μια πληθώρα ανούσιων και άχρηστων στοιχείων. Αυτό έχει καταντήσει άλλο ένα σημείο της εποχής μας: το να μιλάει κανείς συνεχώς χωρίς ουσιαστικά να λέει τίποτε. Στις αρχές του 21ου αιώνα, μέσα σ’ αυτό τον απέραντο ωκεανό των πληροφοριών, δεν ζούμε παρά την αποθέωση της τιποτολογίας.
ΤΟ ΑΠΛΟ ΕΙΝΑΙ ΟΜΟΡΦΟ
Εκτός από την υπερπληροφόρηση για πολλούς ανθρώπους η πολυπλοκότητα της υψηλής τεχνολογίας αναδεικνύεται σε τύραννο, αντίστοιχο με την Infojunk. Oι σημερινές συσκευές είναι τόσο πολύπλοκες που σε οδηγούν στην απελπισία. Αν κατά λάθος πατήσεις κάποιο κουμπί στον χάι τεκ φούρνο σoυ, μετά θα πρέπει να διαβάσεις ολόκληρο το εγχειρίδιο χρήσης του για να καταλάβεις τι στο καλό φταίει και δεν λειτουργεί. Η πολυπλοκότητα της υψηλής τεχνολογίας γίνεται όλο και πιο ανυπόφορη. Ακόμη και οι απλούστερες συσκευές, που κάποτε λειτουργούσαν με το πάτημα ενός κουμπιού ή το γύρισμα ενός διακόπτη, τώρα δέχονται ψηφιακές εντολές, που απαιτούν πολύωρη μελέτη. Πολλές τηλεοράσεις που συνδέονται με συσκευές βίντεο, DVD, αποκωδικοποιητές και υπολογιστές δεν ανάβουν ούτε σβήνουν, αν πρώτα δεν μελετηθούν δεκάδες επιλογές σε καθένα από τα πολλά τηλεχειριστήρια τους. Η ίδια φρικαλέα κατάσταση υφίσταται και στα σύγχρονα «έξυπνα» αυτοκίνητα, όπου όταν π.χ. ανάψει το φωτάκι ελέγχου του κινητήρα, ο οδηγός δεν μπορεί απλώς να ανοίξει το καπό και να ρίξει μια ματιά στη μηχανή. Πρέπει να χρησιμοποιήσει έναν ειδικό ηλεκτρονικό υπολογιστή που θα διαγνώσει πού υπάρχει βλάβη στον κινητήρα. Βέβαια οι ίδιοι οι καταναλωτές επιθυμούν να έχουν στην κατοχή τους μια πολύπλοκη χάι τεκ συσκευή γιατί έτσι έχουν την αίσθηση του ελέγχου, αν και στη συνέχεια παραπονούνται ότι δεν μπορούν να τις λειτουργήσουν.
Αυτή η τυραννία του ψηφιακού ελέγχου δεν πλήττει ομοιόμορφα όλες τις ηλικίες. Oι έφηβοι και οι νεαροί καταναλωτές είναι ιδιαίτερα προσαρμοστικοί και βρίσκουν γρήγορα τον τρόπο για να κατακτήσουν τις πολύπλοκες συσκευές. Οι μεγαλύτερης ηλικίας όμως δεν τα καταφέρνουν. Γι’ αυτό και κάποιοι κατασκευαστές ηλεκτρονικών συσκευών έχουν λάβει ήδη υπ’ όψιν τη δυσαρέσκεια των καταναλωτών προς τις πολύπλοκες συσκευές και έχουν προγραμματίσει την κατασκευή μοντέλων ιδιαίτερα απλών. Για παράδειγμα η ιαπωνική εταιρεία ηλεκτρονικών Teac δημιούργησε τη σειρά στερεοφωνικών συστημάτων «Nostalgia», που λειτουργούν με απλούς διακόπτες. Κάποια από τα «ρετρό» ραδιόφωνα της σειράς έχουν την εμφάνιση των συσκευών της δεκαετίας του 1930, ενώ άλλα θυμίζουν αυτά της δεκαετίας του 1950. Τα προϊόντα αυτά καταγράφουν εκπληκτική επιτυχία, αποδεικνύοντας έτσι την επιθυμία των καταναλωτών για συσκευές που δεν απαιτούν τεχνικές γνώσεις για να λειτουργήσουν.
Η ΑΙΧΜΑΛΩΤΙΣΜΕΝΗ ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΕΟ «ΣΚΛΗΡΟ ΝΟΜΙΣΜΑ»
Στην εποχή μας η πληροφορία έχει μετατραπεί από κώδικα επικοινωνίας σε συλλογική τιμωρία. Το ίδιο και η περίφημη μαζική κουλτούρα, που αποτελεί επίσης μια τεράστια θάλασσα πληροφοριών, που καταστρέφονται αδιάκοπα, ανακατεύονται μεταξύ τους και μετατρέπονται σε «φασαρία». Υπήρξε κάποια στιγμή ο φόβος πως αυτή η μαζική κουλτούρα θα καταλάμβανε όλο τον ελεύθερο χρόνο των Δυτικών ανθρώπων, στο βαθμό που τα μικρά ωράρια εργασίας, οι διακοπές, η χρήση αυτοκινήτου και τεχνολογίας απελευθέρωσαν μετά τη δεκαετία του 1960 το χρόνο. Όμως αυτός ο ελεύθερος χρόνος σύντομα καταλήφθηκε από Infojunk.
Μια από τις βασικές πηγές «πληροφοριοσαβούρας» είναι και οι διαφημίσεις, που από τη δεκαετία του 1960 γνώρισαν πραγματική άνθηση. O καταιγισμός των διαφημίσεων, τα σύντομα «σποτ» των οποίων μοιάζουν με μίνι κινηματογραφικά έργα, προσπάθησαν να αιχμαλωτίσουν την προσοχή μας –Το «σκληρό νόμισμα» της πληροφορικής εποχής. Στην Ελλάδα ένα άτομο βλέπει περίπου 1.500 διαφημιστικά μηνύματα ημερησίως. Από αυτά τα μηνύματα το 85% ούτε καν το αγγίζουν, το 10% του προκαλούν αρνητικές αντιδράσεις και μόνον το 5% του προκαλούν κάποιο ενδιαφέρον, αν και τα περισσότερα τα ξεχνά μέσα σε 24 ώρες.
Από την άλλη οι υπαίθριες διαφημίσεις, που βρίσκονται σε όλους τους ελληνικούς δρόμους, σκοτώνουν. Πρόκειται για ένα ακόμη έγκλημα, που αφορά την εγκατάσταση χιλιάδων υπαίθριων γιγαντοαφισών σε λεωφόρους καρμανιόλες. Η προσοχή των οδηγών αποσπάται από αυτές τις πινακίδες και γίνονται έτσι θανατηφόρα δυστυχήματα. Εκτιμάται πως εξαιτίας των διαφημιστικών γιγαντοαφισών αυξάνεται η συχνότητα των αυτοκινητικών ατυχημάτων κατά 40%, ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό. Σύμφωνα με τον Γιάννη, πρόεδρο του Συλλόγου Ελλήνων Συγκοινωνιολόγων, «στις διαφημιστικές πινακίδες, και μάλιστα αυτές που είναι σε βίντεο, το μάτι εστιάζεται 2,5 με 3 δευτερόλεπτα, δηλαδή 5 με 6 φορές περισσότερος χρόνος που αποσπάται από την οδήγηση». Αυτά τα παραπάνω δευτερόλεπτα της αιχμαλωτισμένης προσοχής του οδηγού, σε ορισμένες περιπτώσεις ισοδυναμούν με θάνατο.
INFOJUNK KAI INFODIAMONDS:
ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΞΕΣΚΑΡΤΑΡΕΙ ΤΟ INTERNET;
Στην εποχή μας η παγκόσμια αγορά πληροφοριών ανέρχεται σε 10 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, ποσό που αντιστοιχεί στο 50% του ΑΕΠ των βιομηχανικών χωρών. Αυτή η αγορά πληροφοριών θα αυξήσει το χάσμα μεταξύ των πλούσιων και φτωχών ανθρώπων και των πλούσιων και φτωχών χωρών. Πλούσιοι θα είναι αυτοί που θα έχουν πρόσβαση στα δίκτυα πληροφοριών, ενώ φτωχοί αυτοί που δεν θα μπορούν να συνδεθούν. Οι πλούσιες χώρες θα είναι ουσιαστικά κοινωνίες γνώσης, βασισμένες στην επικοινωνία και στα πληροφορικά δίκτυα. Αιχμή του δόρατος είναι το Internet (Διαδίκτυο). Ωστόσο αυτή η πολλά η υποσχόμενη «λεωφόρος της πληροφορίας», υποφέρει ήδη από Infojunk.
Η ποιότητα του περιεχομένου των πληροφοριών που βρίσκουμε στο Διαδίκτυο προκαλεί πολλές ανησυχίες στους χρήστες του. Οι μοναχικοί internauts («ναύτες» του Διαδικτύου) χρησιμοποιούν όλο και πιο συχνά τον όρο «Infojunk» για να χαρακτηρίσουν την ποιότητα των πληροφοριών στο Internet. Ωστόσο αυτό που για ορισμένους αποτελεί «infogem» (πολύτιμη πληροφορία) για άλλους είναι «Infojunk», δηλαδή πληροφοριακή ρύπανση που προορίζεται για τις ψηφιακές χωματερές. Στο σύνθετο και χαοτικό χώρο του Internet, όπου ο καθένας πηγαίνει αναζητώντας «ποιοτικές» πληροφορίες, είναι πολύ δύσκολο να θεσπιστούν κανόνες σχετικά με την ποιότητα των πληροφοριών. Βέβαια και στην προ-Internet εποχή υπήρχε πρόβλημα διάκρισης της ποιότητας των πληροφοριών. Το Διαδίκτυο όμως έχει εντείνει αυτό το πρόβλημα: οι πληροφορίες μπορούν μόνο να αξιολογηθούν από τον αριθμό των καταναλωτών τους, αλλά όχι από την αντικειμενική τους αξία. Και δεν υπάρχει πλέον τρόπος να χρησιμοποιηθούν ως βαρόμετρα οι «επίσημοι» τρόποι ταξινόμησης και αξιολόγησης των πληροφοριών (π.χ. από πανεπιστημιακούς ερευνητές), που παρουσιάζουν πολλές ατέλειες.
Είναι αναπόφευκτο λοιπόν πως, αργά ή γρήγορα, θα εμφανιστούν διάφοροι «μεσάζοντες» στο Διαδίκτυο (έξυπνες μηχανές αναζήτησης ή επαγγελματίες ιντερνετικοί δημοσιογράφοι), που θα μας βοηθούν να εντοπίζουμε σχετικά εύκολα μέσα από σωρούς «infojunk» (πληροφοριοσαβούρας) τα πολύτιμα «infodiamonds» (πληροφοριακά «διαμάντια») μας. Είχε άδικο μήπως ο Νηλ Πόστμαν, καθηγητής της οικολογίας των Μέσων, όταν το 1991 δήλωσε σε συνέδριο της Διεθνούς Ομοσπονδίας Εκδοτών πως οι μελλοντικοί δημοσιογράφοι δεν θα βγαίνουν από σχολές δημοσιογραφίας, αλλά από σχολές φιλοσοφίας και θεολογίας! Σ’ έναν κόσμο που μαστίζεται όλο και περισσότερο από υπερπληροφόρηση η δουλειά του δημοσιογράφου θα είναι να αναλύσει, να οργανώσει και να ερμηνεύσει αυτό το πληροφοριακό χάος. Χρειαζόμαστε τέλος πάντων κάποιον για να κάνει τη «βρώμικη δουλειά» και να ξεσκαρτάρει αυτό το πληροφοριακό χάος που μας πλημμυρίζει. Αυτός που θα το κάνει θα είναι αναμφίβολα και ο κυρίαρχος του μέλλοντος, εφόσον εκείνος που ελέγχει τις ροές πληροφορίες ελέγχει και τον κόσμο.
Με την Infojunk να μας πολιορκεί αδυσώπητα, να έχει γίνει ο νέος «δαίμονας», που απειλεί να μετατρέψει τη ζωή μας σε κόλαση, πολλοί άνθρωποι ονειρεύονται ήδη την επιστροφή σε μια ζωή με λιγότερες πληροφορίες. Κάποιοι από αυτούς έχουν μπει στον πειρασμό να επιστρέψουν στην κλειστή κοιλάδα των παραδόσεων και να γυρίσουν την πλάτη τους στην τεχνολογία. Αυτοί θα είναι και οι πρωτόγονοι του αύριο. Άλλοι πάλι έχουν την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να ελέγξουν την υπερπληροφόρηση και να γίνουν έτσι διανοούμενοι «επί παντός επιστητού», οι αμπελοφιλόσοφοι της πληροφορικής εποχής. Αυτοί καταντούν στο τέλος «πληροφοριοβουκόλοι» (infobucolics), δηλαδή «καράβλαχοι της πληροφόρησης», που νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα ενώ δεν γνωρίζουν τίποτε: θύματα της επιφανειακής ενημέρωσης των ΜΜΕ.
ΞΕΚΙΝΗΣΤΕ «ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΗ ΔΙΑΙΤΑ»!
Η λύση απέναντι στην απειλή της Infojunk είναι ν’ αρχίσουμε να σκεφτόμαστε σοβαρά το ενδεχόμενο να ξεκινήσουμε μια «πληροφοριακή δίαιτα», ενώ ταυτόχρονα να μάθουμε όσα μπορούμε περισσότερο σχετικά με τον «πληροφοριο-μεταβολισμό» μας. Η πληροφοριακή δίαιτα και η επιλεκτική πληροφόρηση είναι μια λύση, αλλά όχι για όλους. Προϋποθέτει, εκτός από τη συνειδητοποίηση του προβλήματος, θέληση και -το σπουδαιότερο- πνευματική καλλιέργεια. Η επιλεκτική πληροφόρηση προϋποθέτει πάνω απ’ όλα ικανότητα αξιολόγησης των πληροφοριών. Ελάχιστοι όμως μπορούν να διακρίνουν την ποιότητα μιας πληροφορίας. Οι περισσότεροι απορροφούν τα δεδομένα χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς κριτική κι επεξεργασία.
Όσοι κατορθώνουν κάτι τέτοιο μπορούν και μετατρέπουν την πληροφορία σε Γνώση. Και οι ελάχιστοι που τελικά αφομοιώνουν τη Γνώση τη μετατρέπουν σε Σοφία. Στην εποχή μας όμως δεν υπάρχουν πολλοί γνώστες και σοφοί. Αντίθετα αφθονούν οι επιφανειακοί και οι ημιμαθείς και γενικώς όλοι όσοι αντιλαμβάνονται ένα μόνον επίπεδο της πραγματικότητας. Αλλά η πραγματικότητα είναι σύνθετη και πολυδιάστατη, πράγμα που δυσκολεύονται ν’ αντιληφθούν οι περισσότεροι άνθρωποι κι όχι μονάχα τα θύματα της Infojunk.
Η πληροφοριακή δίαιτα προϋποθέτει επίσης και γνώση των ορίων της αντοχής μας και συγκεκριμένα σαφή γνώση του «πληροφοριακού μεταβολισμού» μας. Και αυτό γιατί η ικανότητα «μεταβολισμού» των πληροφοριών διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο, εφόσον δεν έχει ο καθένας την ίδια ικανότητα να επιλέγει, να επεξεργάζεται και να ταξινομεί τις πληροφορίες. Υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να διαβάσουν ένα ολόκληρο βιβλίο μέσα σε λίγες ώρες, καθώς επίσης και να εντοπίσουν τα «κομβικά» του νοήματα χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία. Υπάρχουν άνθρωποι που διαβάζουν βιβλίο, ακούνε μουσική και βλέπουν τηλεόραση. Αυτοί δεν μιμούνται. Πραγματικά Διαβάζουν, Ακούνε και Βλέπουν. Ο εγκέφαλος τους λειτουργεί ως απορροφητήρας κι επεξεργαστής υψηλότατης απόδοσης! Πρόκειται για άτομα με μεγάλη ικανότητα «πληροφοριακού μεταβολισμού». Αυτοί δεν πνίγονται από την Infojunk, αλλά σερφάρουν επιδέξια στα «κύματα» της. Αποτελούν όμως την εξαίρεση και όχι τον κανόνα.
Έμενα συνδεδεμένος με τις ώρες, άυπνος και τρεφόμενος με Junk-food. Και τι πακέτα πληροφοριών δεν «κατέβασα» σ’ εκείνες τις πρώτες μου Ιντερνετικές εξορμήσεις!
Άπληστος για τις πληροφορίες στο τέλος κατέληξα ένας νευρωτικός συλλέκτης άχρηστων στην πλειονότητα τους πληροφοριών. Το μυαλό μου έδινε την εντύπωση ενός «κάδου ανακύκλωσης» στο οποίο είχαν πεταχτεί κάποια εκατοντάδες γιγαμπάιτ «πληροφοριοσκουπιδιών». Θυμάμαι κάποιες φορές πως είχα την εντύπωση ότι ο εγκέφαλός μου κόντευε να καεί από την πληροφοριακή υπερφόρτιση, όπως ο εγκέφαλος του «Μνημονικού Τζώνυ» (Mnemonic Johnny), που παρά τις τεχνητές επεκτάσεις της μνήμης του, κόντεψε να «καεί» από το πληροφοριακό πακέτο των 100 γιγαμπάιτ που του φόρτωσαν για μεταφορά οι αποσκιρτήσαντες επιστήμονες της ιαπωνικής φαρμακευτικής εταιρείας Όνο-Σεντάι. Μπορεί ο δικός μου εγκέφαλος τελικά να μην κάηκε, αλλά όμως μπλοκαρίστηκε –κάτι που με οδήγησε στην πληροφοριονεύρωση.
Τα συμπτώματα αυτής της κατάστασης ήταν διάχυτη νευρικότητα, αισθήματα άγχους και μοναξιάς, ανασφάλεια, απώλεια αυτοεκτίμησης, αίσθηση απώλειας του ελέγχου στη ζωή μου κ.α. Δεν άργησα να αντιληφθώ πως δεν ήμουν ο μόνος που υπέφερα από πληροφοριονεύρωση, καθώς μοιραζόμουν αυτή την πάθηση μαζί με την πλειονότητα των ανθρώπων που ασχολούνταν με τα λεγόμενα πληροφοριακά επαγγέλματα. Παρατήρησα λοιπόν πως δημοσιογράφοι, διαφημιστές, διευθυντές και στελέχη επιχειρήσεων, καθηγητές, γιατροί, δικηγόροι, χρηματιστές και άλλοι επαγγελματίες, υπέφεραν κι αυτοί από υπερκορεσμό πληροφοριών και κόντευαν να γονατίσουν από την «πληροφοριακή υπερκόπωση». Διάβασα μάλιστα και σχετικές επιστημονικές μελέτες, που βεβαίωναν για την ύπαρξη αυτής της μοντέρνας «νευρασθένειας». Ο Αμερικανός καθηγητής της Οικολογίας των ΜΜΕ Νήλ Πόστμαν είχε ήδη κατατάξει την πληροφοριομανία στις παθολογικές καταστάσεις, που χρίζει ανάλογης αντιμετώπισης: Ξέρετε, υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να σταματήσουν να διαβάζουν, είτε μιλάμε για εφημερίδα είτε για τα συστατικά που αναγράφονται στο κουτί με τα Corn Flakes. Μόνο που η τηλεόραση αποτελεί μεγαλύτερο πειρασμό από το διάβασμα, επειδή το τελευταίο προϋποθέτει συνεχή εγρήγορση. Με την τηλεόραση συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Οι άνθρωποι κάθονται, την ανοίγουν και την αφήνουν να τους περιλούσει με εικόνες».
Από την πλευρά του ο Βρετανός ψυχολόγος Ντέιβιντ Λιούιτς, που πρότεινε ο όρος πληροφοριονεύρωση να καθιερωθεί στην ιατρική διάλεκτο, υποστήριζε πως «ο συνδυασμός τόσων πολλών πληροφοριών και παραμέτρων, οδηγεί σε αδιέξοδο και δυσχεραίνει την επιλογή των σωστών λύσεων και αποφάσεων». Εντάξει, παραδέχομαι πως ήμουν ένας «ασθενής» της υπερπληροφόρησης, αλλά διέθετα ακόμη κάποια ψήγματα ορθολογισμού και ψυχραιμίας για να καταπιαστώ σε βάθος με την ανάλυση του προβλήματος. Αν όχι για να βοηθηθώ εγώ, τουλάχιστον για να βοηθηθείτε εσείς που με διαβάζετε.
ΠΝΙΓΜΕΝΟΙ ΣΤΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΑ ΜΑΣ ΑΠΟΒΛΗΤΑ
Δεν άργησα λοιπόν να συνειδητοποιήσω ότι στην εποχή μας πνιγόμαστε μέσα στα πληροφοριακά μας απόβλητα. Αυτή η ξέφρενη πληροφοριοποίηση των πάντων, η υπεραφθονία εικόνων, η «απευθείας μετάδοση» των γεγονότων, δημιουργεί έναν ωκεανό ακατέργαστών πληροφοριών που πλημμυρίζει την καθημερινότητά μας και μας πνίγει. Αυτά τα «σήματα», οι πληροφορίες που μας βομβαρδίζουν σήμερα από την τηλεόραση, το Internet και τον τύπο είναι πολύ περισσότερα απ’ όσα μπορούμε να αφομοιώσουμε. Η περίσσεια πληροφοριών, αυτή η ακατάσχετη πληροφοριακή αφόδευση, διασπείρεται αδιάφορα και επιφανειακά προς όλες τις κατευθύνσεις ακολουθώντας το «νόμο της μαρμελάδας»: όσο περισσότερο απλώνεται, τόσο πιο πολύ λεπταίνει, δηλαδή δεν παράγει γνώση.
Στη ρίζα του προβλήματος βρίσκεται το χάσμα της πληροφορικής επεξεργασίας. Παράγουμε πολύ περισσότερες πληροφορίες απ’ όσες μπορούμε να καταναλώσουμε. Υπάρχει δηλαδή μια μεγάλη διάσταση ανάμεσα στην παραγωγή ακατέργαστων πληροφοριών και στην τελική επεξεργασία και «κατανάλωση» τους. Ως γνωστόν ο «ποταμός» των πληροφοριών που παράγουμε διογκώνεται με το πέρασμα του χρόνου. Αυξάνουμε την παραγωγή των ακατέργαστων πληροφοριών με ρυθμό 10% ετησίως, ενώ τις καταναλώνουμε με ρυθμό μόλις 3%, πράγμα που σημαίνει ότι ένα αναξιοποίητο 7% περισσεύει ως άχρηστη πληροφορία (Infojunk). (Το διάστημα 1999-2003 η παραγωγή ακατέργαστων πληροφοριών άγγιξε το εκπληκτικό ποσοστό του 30% ανά έτος).
Τα τελευταία 25 χρόνια η ανθρωπότητα παρήγαγε περισσότερες πληροφορίες απ’ όσες είχαν παραχθεί όλα τα προηγούμενα 5.000 χρόνια! Μια σημερινή κυριακάτική εφημερίδα έχει περισσότερες πληροφορίες απ’ όσες θα μπορούσε να συγκεντρώσει ένας Ευρωπαίος του 17ου αιώνα κατά τη διάρκεια όλης της ζωής του. Παντού γύρω μας υπάρχει μια υπερπροσφορά πληροφοριών. Δείτε για παράδειγμα τα περίπτερα –αυτή τη μοναδική προσφορά της σύγχρονης Ελλάδας στο σύγχρονο πολιτισμό!– που κινδυνεύουν τα καλυφθούν πίσω από τον υπερπληθωρισμό των περιοδικών. Οι κυριακάτικες εφημερίδες έχουν μετατραπεί σε χάρτινους όγκους που εμπεριέχουν σχεδόν τα πάντα. Τι υπέροχη εποχή για έναν Infomaniac!
800ΜΒ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ:
Η ΕΤΗΣΙΑ ΚΑΤΑΚΕΦΑΛΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΗ ΜΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Είναι ολοφάνερο λοιπόν πως η κατά κεφαλήν παραγόμενη πληροφορία αυξάνεται ταχύτατα χρόνο με το χρόνο. Μια έρευνα του 2003, από τον Δρ Πίτερ Λάιμαν και τους συνεργάτες του, έδειξε πως κάθε χρόνο παράγονται 800MB πληροφοριών για κάθε άτομο στον πλανήτη.
Από την άλλη ο συνολικός όγκος πληροφοριών που θα παραγάγει η ανθρωπότητα το 2004, αποθηκευμένες σε κάθε είδους μέσο, θα είναι διπλάσιος από εκείνον του 2000! Ένα 90% από τις πληροφορίες που παρήχθησαν τη χρονιά εκείνη θεωρούνται εδώ και καιρό ξεπερασμένες κι έχουν αξία μόνον για τους ιστορικούς του μέλλοντος: ένα υλικό που θα είναι δυνατόν να αξιοποιηθεί μόνο με τη χρήση κάποιων μελλοντικών υπερυπολογιστών.
Αν και τα CD-Rom κερδίζουν συνεχώς έδαφος ως αποθηκευτικά μέσα, ωστόσο το χαρτί παραμένει ακόμη δημοφιλές: Η πληροφορία σε βιβλία, περιοδικά και άλλα έντυπα έχει αυξηθεί κατά 43% σε διάστημα τριών ετών (1999-2003). Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι μόνο το 2002 η πληροφορία που αποθηκεύτηκε σε χαρτί, φιλμ, μαγνητικά ή οπτικά μέσα έφτασε τα πέντε εξάκις εκατομμύρια bytes. Ο αριθμός είναι αστρονομικός καθώς ξεπερνά κατά 500 φορές τα περιεχόμενα της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου, δηλαδή 10ΤΒ (Τέραμπαιτ) δεδομένων σε 19 εκατομμύρια τόμους και 56 εκατομμύρια χειρόγραφα. Βέβαια ακόμη περισσότερη ήταν η πληροφορία που μεταδόθηκε από ηλεκτρονικά μέσα, όπως το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση και το Διαδίκτυο. Το 2002 η ποσότητα αυτής της πληροφορία έφτασε τα 18 Exabytes, από τα οποία το 98% αντιστοιχεί σε τηλεφωνικές κλήσεις φωνής. Πρέπει βεβαίως να σημειωθεί πως το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής πληροφορίας που διακινείται δεν είναι νέα παραγωγή, αλλά επαναλήψεις: Από τις 320 εκατομμύρια ώρες ραδιοφωνικών εκπομπών, μόνο τα 70 εκατομμύρια ώρες ήταν νέο υλικό. Στην τηλεόραση, μόνο 32 εκατομμύρια ώρες από τις συνολικά 123 εκατομμύρια ώρες εκπομπών δεν είχε ξαναπροβληθεί.
Τέλος υπολογίστηκε από τους ίδιους ερευνητές πως ένας μέσος Αμερικανός διαθέτει το 46% του χρόνου του στο να λαμβάνει και να μεταδίδει πληροφορίες. Συγκεκριμένα κάθε μήνα μιλά 16,17 ώρες στο τηλέφωνο, ακούει 90 ώρες ραδιοφωνικές εκπομπές και βλέπει 131 ώρες τηλεόραση. Όσον αφορά τους χρήστες του Διαδικτύου, περνούν περίπου 25 ώρες συνδεδεμένοι από το σπίτι και ακόμα 74 ώρες από το γραφείο τους. Κοντολογίς, το συμπέρασμα αυτής της έρευνας είναι ότι χρόνο με το χρόνο παράγουμε όλο και περισσότερες πληροφορίες τις οποίες όμως αδυνατούμε να διαχειριστούμε. Και το γεγονός αυτό κάθε άλλο παρά ευτυχισμένους μας κάνει…
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ
Αποτελεί κοινό μυστικό πως τις «δωρεάν» φτηνιάρι
κες πληροφορίες των ΜΜΕ, τις πληρώνουμε στην ουσία ακριβά. Τα ΜΜΕ και ειδικότερα η τηλεόραση, κατασκευάζουν ωκεανούς εικόνων «στις οποίες δεν υπάρχει τίποτε να δεις, εικόνες χωρίς ίχνη, χωρίς σκιά, χωρίς συνέπειες… Μόνον αυτό τελικά είναι αυτές οι εικόνες: το ίχνος κάποιου πράγματος που έχει εξαφανιστεί» (Jean Baudrillard). Τι θα συνέβαινε, αναρωτιέται ο μεταμοντέρνος Γάλλος φιλόσοφος Ζαν Μπωντριγιάρ, «αν η πληροφορία δεν είχε πια να κάνει με το γεγονός, αλλά αφορούσε την προώθηση και την παραγωγή της ίδιας της πληροφορίας ως γεγονότος;»
Εφόσον στην μεταμοντέρνα εποχή η πληροφορία τείνει να γίνει γεγονός, θα πρέπει να εστιαστούμε λίγο περισσότερο στις ιδιότητες της πληροφορίας, που θεωρείται βάση της σύγχρονης οικονομίας και κοινωνίας. Η πληροφορία είναι ένας άυλος πρωτογενής πόρος, που είναι κυριολεκτικά ανεξάντλητος, εφόσον επεκτείνεται όσο τη χρησιμοποιεί κανείς. Αναπτύσσεται εκθετικά, δηλαδή με γεωμετρική πρόοδο, εφόσον καταναλώνοντας πληροφορίες παράγουμε αυτομάτως νέες. Δεν υπάρχουν όρια για να περιορίσουν την επέκταση της πληροφορίας. Ο έσχατος περιορισμός της, το τελικό «όριο ανάπτυξης» της είναι μόνον ο χρόνος. Η πληροφορία έχει επίσης και μιαν άλλη ιδιότητα, αυτή της διάχυσης. Τείνει να διαφεύγει προς κάθε κατεύθυνση κι όσο περισσότερο χάνεται τόσο πιο πολύ εμπλουτίζεται. Τίποτε δεν είναι απόλυτα στεγανό για να «ασφαλίσει» την πληροφορία. Και γι’ αυτό είναι σχεδόν αδύνατο να υπάρξει σήμερα κάποιο μονοπώλιο στην πληροφόρηση, αλλά αντίθετα υπάρχει μια τάση πληροφοριακής αποκέντρωσης.
Οι παραπάνω ιδιότητες μπορεί να καθιστούν την πληροφορία «δύναμη υψηλής ποιότητας», από την άλλη όμως καθιστούν και την «πληροφοριακή σαβούρα» ανεξέλεγκτη, και άρα δύσκολα αντιμετωπίσιμη. Και αυτό γιατί η Infojunk έχει όλες τις διαχυτικές ιδιότητες της πληροφορίας, χωρίς ωστόσο να έχει και όλα τα άλλα θετικά χαρακτηριστικά της.
Ως γνωστόν η πληροφορία θεωρείται βάση της Γνώσης. Μπορεί να φθάσει κανείς στο επίπεδο της Γνώσης -προϊόν εμπειρογνωμοσύνης- με την αντικειμενική επεξεργασία των ακατέργαστων πληροφοριών. Η αφομοιωμένη Γνώση θεωρείται γενικώς Σοφία. Συνοψίζοντας την «πυραμίδα» Πληροφορία-Γνώση-Σοφία ο Τόμας Έλιοτ είχε πει: «Η πληροφορία είναι οριζόντια. Η Γνώση δομείται και ιεραρχείται. Η Σοφία είναι οργανική κι ευέλικτη». Αλλά αυτό αποτελεί ένα υγιές πυραμιδοειδές σχήμα, εφόσον αφορά την επεξεργάσιμη πληροφορία. Όσο για τις ακατέργαστες πληροφορίες και την Infojunk, αυτές αποτελούν τη μάστιγα των ανθρώπων της πληροφορικής εποχής, καθώς δεν οδηγούν στη γνώση αλλά στην πληροφοριονεύρωση.
Η ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΒΛΑΠΤΕΙ ΣΟΒΑΡΑ ΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ
Η πληροφοριόσφαιρα που μας περιβάλλει νοσεί, τόσο από τα πληροφοριακά της σκουπίδια, όσο κι από τον ανεξέλεγκτο υπερπληθωρισμό των ακατέργαστων πληροφοριών που παράγει. Ολόκληρο «το σύστημα της μαζικής επικοινωνίας βρίσκεται φιμωμένο, πνιγμένο από την ποσότητα της επικοινωνίας που το ίδιο προκαλεί», παρατηρεί εύστοχα ο Ιγνάσιο Ραμονέ, διευθυντής της Le Monde Diplomatique. Αυτή η ποσότητα της επικοινωνιακής πληροφορίας δεν κάνει απαραίτητα καλό. Το αντίθετο. Η υπερπληροφόρηση βλάπτει σοβαρά την υγεία μας.
Η μανία μας να εξαλείψουμε την αμάθεια μας έριξε στην παγίδα της υπερπληροφόρησης. Χαμένοι στην κυριολεξία μέσα σ’ έναν απέραντο ωκεανό ακατέργαστων πληροφοριών, που οι ίδιοι παράγουμε, νιώθουμε σα ναυαγοί χωρίς ελπίδα, αδύναμοι μπροστά στα πελώρια «πληροφοριακά κύματα» που απειλούν να μας καταπιούν… Ο Ντέιλ Μπράσερς, ειδικός σε θέματα Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο του Ιλλινόις, προειδοποιεί πως η εμμονή πολλών ανθρώπων στις ειδήσεις βλάπτει σοβαρά την ψυχική υγεία τους. Μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου το κοινό στη Δύση, φοβούμενο το ενδεχόμενο και άλλων τρομοκρατικών επιθέσεων, άρχισε να αναζητεί ολοένα και περισσότερη πληροφόρηση, αλλά τελικά οι πολίτες κατέληξαν να είναι μεν περισσότερο ενημερωμένοι αλλά παράλληλα και απεριόριστα πιο νευρικοί, ανασφαλείς και αγχωμένοι. Για τον Μπράσερς, συγγραφέα του άρθρου Διαχείριση της Πληροφορίας και της Αβεβαιότητας, που δημοσιεύθηκε στην Journal of Communication, είναι φυσιολογική η ανάγκη μας να συλλέγουμε πληροφορίες, προκειμένου να εξορκίσουμε τους φόβους μας. Ωστόσο, σε πολλά θέματα, πρέπει να αποστασιοποιηθούμε από το «βομβαρδισμό ειδήσεων», όπως για παράδειγμα από το ζήτημα της βιοτρομοκρατίας, όπου όλοι έγιναν ξαφνικά «ειδικοί» και μιλούσαν για τον βάκιλο του άνθρακα κ.α. Αυτό που χρειάζεται είναι μια χρυσή ισορροπία ανάμεσα στην επαγρύπνηση και την ψυχαναγκαστική τάση για ενημέρωση. Στον αντίποδα της θεωρίας του Αμερικανού καθηγητή, ο Μπάρι Γκάντερ, εκπρόσωπος της Βρετανικής Εταιρείας Ψυχολογίας και καθηγητής δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ, δήλωσε στο BBC ότι, όταν το κοινό καταλαβαίνει περισσότερο το αίτιο της φοβίας του, νιώθει ότι έχει μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στην κατάστασή του. Μειώνοντάς την αβεβαιότητα ο άνθρωπος νιώθει ότι ελέγχει περισσότερο την κατάσταση κι αισθάνεται λιγότερο αγχωμένος.
Αλλά υπάρχει κι ένας ακόμη μεγαλύτερος κίνδυνος. Πνιγμένοι κάτω από ασύλληπτες ποσότητες άχρηστων πληροφοριών, οι άνθρωποι φαίνεται ότι έχουν περάσει από την πράξη στη μίμηση της πράξης. Οι διευθυντές παριστάνουν ότι διευθύνουν, οι δημιουργοί ότι δημιουργούν, οι ερευνητές ότι ερευνούν και οι εκπαιδευτικοί ότι διδάσκουν. Όλοι βρίσκονται σε μια κατάσταση «δήθεν», δίνοντας την εντύπωση ότι κάνουν κάτι, ενώ στην ουσία αναμασούν κι ανακυκλώνουν τα ίδια και τα ίδια.
Όταν τους στριμώξει κανείς καλύπτουν την έλλειψη της αυθεντικότητας τους με τη χορήγηση μεγάλου όγκου μη ουσιαστικών πληροφοριών. Πρόκειται για ένα από τα γνωστά «δικηγορίστικα κόλπα»: όταν η μια πλευρά ζητάει μια πληροφορία, η άλλη προσπαθεί να καλύψει τις ελλείψεις της με μια πληθώρα ανούσιων και άχρηστων στοιχείων. Αυτό έχει καταντήσει άλλο ένα σημείο της εποχής μας: το να μιλάει κανείς συνεχώς χωρίς ουσιαστικά να λέει τίποτε. Στις αρχές του 21ου αιώνα, μέσα σ’ αυτό τον απέραντο ωκεανό των πληροφοριών, δεν ζούμε παρά την αποθέωση της τιποτολογίας.
ΤΟ ΑΠΛΟ ΕΙΝΑΙ ΟΜΟΡΦΟ
Εκτός από την υπερπληροφόρηση για πολλούς ανθρώπους η πολυπλοκότητα της υψηλής τεχνολογίας αναδεικνύεται σε τύραννο, αντίστοιχο με την Infojunk. Oι σημερινές συσκευές είναι τόσο πολύπλοκες που σε οδηγούν στην απελπισία. Αν κατά λάθος πατήσεις κάποιο κουμπί στον χάι τεκ φούρνο σoυ, μετά θα πρέπει να διαβάσεις ολόκληρο το εγχειρίδιο χρήσης του για να καταλάβεις τι στο καλό φταίει και δεν λειτουργεί. Η πολυπλοκότητα της υψηλής τεχνολογίας γίνεται όλο και πιο ανυπόφορη. Ακόμη και οι απλούστερες συσκευές, που κάποτε λειτουργούσαν με το πάτημα ενός κουμπιού ή το γύρισμα ενός διακόπτη, τώρα δέχονται ψηφιακές εντολές, που απαιτούν πολύωρη μελέτη. Πολλές τηλεοράσεις που συνδέονται με συσκευές βίντεο, DVD, αποκωδικοποιητές και υπολογιστές δεν ανάβουν ούτε σβήνουν, αν πρώτα δεν μελετηθούν δεκάδες επιλογές σε καθένα από τα πολλά τηλεχειριστήρια τους. Η ίδια φρικαλέα κατάσταση υφίσταται και στα σύγχρονα «έξυπνα» αυτοκίνητα, όπου όταν π.χ. ανάψει το φωτάκι ελέγχου του κινητήρα, ο οδηγός δεν μπορεί απλώς να ανοίξει το καπό και να ρίξει μια ματιά στη μηχανή. Πρέπει να χρησιμοποιήσει έναν ειδικό ηλεκτρονικό υπολογιστή που θα διαγνώσει πού υπάρχει βλάβη στον κινητήρα. Βέβαια οι ίδιοι οι καταναλωτές επιθυμούν να έχουν στην κατοχή τους μια πολύπλοκη χάι τεκ συσκευή γιατί έτσι έχουν την αίσθηση του ελέγχου, αν και στη συνέχεια παραπονούνται ότι δεν μπορούν να τις λειτουργήσουν.
Αυτή η τυραννία του ψηφιακού ελέγχου δεν πλήττει ομοιόμορφα όλες τις ηλικίες. Oι έφηβοι και οι νεαροί καταναλωτές είναι ιδιαίτερα προσαρμοστικοί και βρίσκουν γρήγορα τον τρόπο για να κατακτήσουν τις πολύπλοκες συσκευές. Οι μεγαλύτερης ηλικίας όμως δεν τα καταφέρνουν. Γι’ αυτό και κάποιοι κατασκευαστές ηλεκτρονικών συσκευών έχουν λάβει ήδη υπ’ όψιν τη δυσαρέσκεια των καταναλωτών προς τις πολύπλοκες συσκευές και έχουν προγραμματίσει την κατασκευή μοντέλων ιδιαίτερα απλών. Για παράδειγμα η ιαπωνική εταιρεία ηλεκτρονικών Teac δημιούργησε τη σειρά στερεοφωνικών συστημάτων «Nostalgia», που λειτουργούν με απλούς διακόπτες. Κάποια από τα «ρετρό» ραδιόφωνα της σειράς έχουν την εμφάνιση των συσκευών της δεκαετίας του 1930, ενώ άλλα θυμίζουν αυτά της δεκαετίας του 1950. Τα προϊόντα αυτά καταγράφουν εκπληκτική επιτυχία, αποδεικνύοντας έτσι την επιθυμία των καταναλωτών για συσκευές που δεν απαιτούν τεχνικές γνώσεις για να λειτουργήσουν.
Η ΑΙΧΜΑΛΩΤΙΣΜΕΝΗ ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΕΟ «ΣΚΛΗΡΟ ΝΟΜΙΣΜΑ»
Στην εποχή μας η πληροφορία έχει μετατραπεί από κώδικα επικοινωνίας σε συλλογική τιμωρία. Το ίδιο και η περίφημη μαζική κουλτούρα, που αποτελεί επίσης μια τεράστια θάλασσα πληροφοριών, που καταστρέφονται αδιάκοπα, ανακατεύονται μεταξύ τους και μετατρέπονται σε «φασαρία». Υπήρξε κάποια στιγμή ο φόβος πως αυτή η μαζική κουλτούρα θα καταλάμβανε όλο τον ελεύθερο χρόνο των Δυτικών ανθρώπων, στο βαθμό που τα μικρά ωράρια εργασίας, οι διακοπές, η χρήση αυτοκινήτου και τεχνολογίας απελευθέρωσαν μετά τη δεκαετία του 1960 το χρόνο. Όμως αυτός ο ελεύθερος χρόνος σύντομα καταλήφθηκε από Infojunk.
Μια από τις βασικές πηγές «πληροφοριοσαβούρας» είναι και οι διαφημίσεις, που από τη δεκαετία του 1960 γνώρισαν πραγματική άνθηση. O καταιγισμός των διαφημίσεων, τα σύντομα «σποτ» των οποίων μοιάζουν με μίνι κινηματογραφικά έργα, προσπάθησαν να αιχμαλωτίσουν την προσοχή μας –Το «σκληρό νόμισμα» της πληροφορικής εποχής. Στην Ελλάδα ένα άτομο βλέπει περίπου 1.500 διαφημιστικά μηνύματα ημερησίως. Από αυτά τα μηνύματα το 85% ούτε καν το αγγίζουν, το 10% του προκαλούν αρνητικές αντιδράσεις και μόνον το 5% του προκαλούν κάποιο ενδιαφέρον, αν και τα περισσότερα τα ξεχνά μέσα σε 24 ώρες.
Από την άλλη οι υπαίθριες διαφημίσεις, που βρίσκονται σε όλους τους ελληνικούς δρόμους, σκοτώνουν. Πρόκειται για ένα ακόμη έγκλημα, που αφορά την εγκατάσταση χιλιάδων υπαίθριων γιγαντοαφισών σε λεωφόρους καρμανιόλες. Η προσοχή των οδηγών αποσπάται από αυτές τις πινακίδες και γίνονται έτσι θανατηφόρα δυστυχήματα. Εκτιμάται πως εξαιτίας των διαφημιστικών γιγαντοαφισών αυξάνεται η συχνότητα των αυτοκινητικών ατυχημάτων κατά 40%, ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό. Σύμφωνα με τον Γιάννη, πρόεδρο του Συλλόγου Ελλήνων Συγκοινωνιολόγων, «στις διαφημιστικές πινακίδες, και μάλιστα αυτές που είναι σε βίντεο, το μάτι εστιάζεται 2,5 με 3 δευτερόλεπτα, δηλαδή 5 με 6 φορές περισσότερος χρόνος που αποσπάται από την οδήγηση». Αυτά τα παραπάνω δευτερόλεπτα της αιχμαλωτισμένης προσοχής του οδηγού, σε ορισμένες περιπτώσεις ισοδυναμούν με θάνατο.
INFOJUNK KAI INFODIAMONDS:
ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΞΕΣΚΑΡΤΑΡΕΙ ΤΟ INTERNET;
Στην εποχή μας η παγκόσμια αγορά πληροφοριών ανέρχεται σε 10 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, ποσό που αντιστοιχεί στο 50% του ΑΕΠ των βιομηχανικών χωρών. Αυτή η αγορά πληροφοριών θα αυξήσει το χάσμα μεταξύ των πλούσιων και φτωχών ανθρώπων και των πλούσιων και φτωχών χωρών. Πλούσιοι θα είναι αυτοί που θα έχουν πρόσβαση στα δίκτυα πληροφοριών, ενώ φτωχοί αυτοί που δεν θα μπορούν να συνδεθούν. Οι πλούσιες χώρες θα είναι ουσιαστικά κοινωνίες γνώσης, βασισμένες στην επικοινωνία και στα πληροφορικά δίκτυα. Αιχμή του δόρατος είναι το Internet (Διαδίκτυο). Ωστόσο αυτή η πολλά η υποσχόμενη «λεωφόρος της πληροφορίας», υποφέρει ήδη από Infojunk.
Η ποιότητα του περιεχομένου των πληροφοριών που βρίσκουμε στο Διαδίκτυο προκαλεί πολλές ανησυχίες στους χρήστες του. Οι μοναχικοί internauts («ναύτες» του Διαδικτύου) χρησιμοποιούν όλο και πιο συχνά τον όρο «Infojunk» για να χαρακτηρίσουν την ποιότητα των πληροφοριών στο Internet. Ωστόσο αυτό που για ορισμένους αποτελεί «infogem» (πολύτιμη πληροφορία) για άλλους είναι «Infojunk», δηλαδή πληροφοριακή ρύπανση που προορίζεται για τις ψηφιακές χωματερές. Στο σύνθετο και χαοτικό χώρο του Internet, όπου ο καθένας πηγαίνει αναζητώντας «ποιοτικές» πληροφορίες, είναι πολύ δύσκολο να θεσπιστούν κανόνες σχετικά με την ποιότητα των πληροφοριών. Βέβαια και στην προ-Internet εποχή υπήρχε πρόβλημα διάκρισης της ποιότητας των πληροφοριών. Το Διαδίκτυο όμως έχει εντείνει αυτό το πρόβλημα: οι πληροφορίες μπορούν μόνο να αξιολογηθούν από τον αριθμό των καταναλωτών τους, αλλά όχι από την αντικειμενική τους αξία. Και δεν υπάρχει πλέον τρόπος να χρησιμοποιηθούν ως βαρόμετρα οι «επίσημοι» τρόποι ταξινόμησης και αξιολόγησης των πληροφοριών (π.χ. από πανεπιστημιακούς ερευνητές), που παρουσιάζουν πολλές ατέλειες.
Είναι αναπόφευκτο λοιπόν πως, αργά ή γρήγορα, θα εμφανιστούν διάφοροι «μεσάζοντες» στο Διαδίκτυο (έξυπνες μηχανές αναζήτησης ή επαγγελματίες ιντερνετικοί δημοσιογράφοι), που θα μας βοηθούν να εντοπίζουμε σχετικά εύκολα μέσα από σωρούς «infojunk» (πληροφοριοσαβούρας) τα πολύτιμα «infodiamonds» (πληροφοριακά «διαμάντια») μας. Είχε άδικο μήπως ο Νηλ Πόστμαν, καθηγητής της οικολογίας των Μέσων, όταν το 1991 δήλωσε σε συνέδριο της Διεθνούς Ομοσπονδίας Εκδοτών πως οι μελλοντικοί δημοσιογράφοι δεν θα βγαίνουν από σχολές δημοσιογραφίας, αλλά από σχολές φιλοσοφίας και θεολογίας! Σ’ έναν κόσμο που μαστίζεται όλο και περισσότερο από υπερπληροφόρηση η δουλειά του δημοσιογράφου θα είναι να αναλύσει, να οργανώσει και να ερμηνεύσει αυτό το πληροφοριακό χάος. Χρειαζόμαστε τέλος πάντων κάποιον για να κάνει τη «βρώμικη δουλειά» και να ξεσκαρτάρει αυτό το πληροφοριακό χάος που μας πλημμυρίζει. Αυτός που θα το κάνει θα είναι αναμφίβολα και ο κυρίαρχος του μέλλοντος, εφόσον εκείνος που ελέγχει τις ροές πληροφορίες ελέγχει και τον κόσμο.
Με την Infojunk να μας πολιορκεί αδυσώπητα, να έχει γίνει ο νέος «δαίμονας», που απειλεί να μετατρέψει τη ζωή μας σε κόλαση, πολλοί άνθρωποι ονειρεύονται ήδη την επιστροφή σε μια ζωή με λιγότερες πληροφορίες. Κάποιοι από αυτούς έχουν μπει στον πειρασμό να επιστρέψουν στην κλειστή κοιλάδα των παραδόσεων και να γυρίσουν την πλάτη τους στην τεχνολογία. Αυτοί θα είναι και οι πρωτόγονοι του αύριο. Άλλοι πάλι έχουν την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να ελέγξουν την υπερπληροφόρηση και να γίνουν έτσι διανοούμενοι «επί παντός επιστητού», οι αμπελοφιλόσοφοι της πληροφορικής εποχής. Αυτοί καταντούν στο τέλος «πληροφοριοβουκόλοι» (infobucolics), δηλαδή «καράβλαχοι της πληροφόρησης», που νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα ενώ δεν γνωρίζουν τίποτε: θύματα της επιφανειακής ενημέρωσης των ΜΜΕ.
ΞΕΚΙΝΗΣΤΕ «ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΗ ΔΙΑΙΤΑ»!
Η λύση απέναντι στην απειλή της Infojunk είναι ν’ αρχίσουμε να σκεφτόμαστε σοβαρά το ενδεχόμενο να ξεκινήσουμε μια «πληροφοριακή δίαιτα», ενώ ταυτόχρονα να μάθουμε όσα μπορούμε περισσότερο σχετικά με τον «πληροφοριο-μεταβολισμό» μας. Η πληροφοριακή δίαιτα και η επιλεκτική πληροφόρηση είναι μια λύση, αλλά όχι για όλους. Προϋποθέτει, εκτός από τη συνειδητοποίηση του προβλήματος, θέληση και -το σπουδαιότερο- πνευματική καλλιέργεια. Η επιλεκτική πληροφόρηση προϋποθέτει πάνω απ’ όλα ικανότητα αξιολόγησης των πληροφοριών. Ελάχιστοι όμως μπορούν να διακρίνουν την ποιότητα μιας πληροφορίας. Οι περισσότεροι απορροφούν τα δεδομένα χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς κριτική κι επεξεργασία.
Όσοι κατορθώνουν κάτι τέτοιο μπορούν και μετατρέπουν την πληροφορία σε Γνώση. Και οι ελάχιστοι που τελικά αφομοιώνουν τη Γνώση τη μετατρέπουν σε Σοφία. Στην εποχή μας όμως δεν υπάρχουν πολλοί γνώστες και σοφοί. Αντίθετα αφθονούν οι επιφανειακοί και οι ημιμαθείς και γενικώς όλοι όσοι αντιλαμβάνονται ένα μόνον επίπεδο της πραγματικότητας. Αλλά η πραγματικότητα είναι σύνθετη και πολυδιάστατη, πράγμα που δυσκολεύονται ν’ αντιληφθούν οι περισσότεροι άνθρωποι κι όχι μονάχα τα θύματα της Infojunk.
Η πληροφοριακή δίαιτα προϋποθέτει επίσης και γνώση των ορίων της αντοχής μας και συγκεκριμένα σαφή γνώση του «πληροφοριακού μεταβολισμού» μας. Και αυτό γιατί η ικανότητα «μεταβολισμού» των πληροφοριών διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο, εφόσον δεν έχει ο καθένας την ίδια ικανότητα να επιλέγει, να επεξεργάζεται και να ταξινομεί τις πληροφορίες. Υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να διαβάσουν ένα ολόκληρο βιβλίο μέσα σε λίγες ώρες, καθώς επίσης και να εντοπίσουν τα «κομβικά» του νοήματα χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία. Υπάρχουν άνθρωποι που διαβάζουν βιβλίο, ακούνε μουσική και βλέπουν τηλεόραση. Αυτοί δεν μιμούνται. Πραγματικά Διαβάζουν, Ακούνε και Βλέπουν. Ο εγκέφαλος τους λειτουργεί ως απορροφητήρας κι επεξεργαστής υψηλότατης απόδοσης! Πρόκειται για άτομα με μεγάλη ικανότητα «πληροφοριακού μεταβολισμού». Αυτοί δεν πνίγονται από την Infojunk, αλλά σερφάρουν επιδέξια στα «κύματα» της. Αποτελούν όμως την εξαίρεση και όχι τον κανόνα.
Ξεκινήστε από σήμερα. Σταματήστε να ρυπαίνετε το μυαλό σας με Infojunk!
Γιώργος Στάμκος
apenantioxthi.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου