Μια Ζωή χωρίς Τέλος
Ένα από τα γνωμικά ή αποφθέγματα που χρεώνονται στον Θαλή τον Μιλήσιο είναι αυτό: ”τον βίο μη, τω χρόνω βραχύν όντα, πράγμασιν κακοίς μακρόν ποιείν”. Και σε ελεύθερη απόδοση: τη Ζωή σου, που είναι βραχεία, μην την κάνεις να φαίνεται μακριά (αιώνια) με κακές πράξεις.
Όλοι επιθυμούμε το καλό σε αφθονία, είτε είναι υλικό αγαθό, είτε καλές πράξεις. Τί γίνεται όμως όταν αυτό το αγαθό είναι η Ζωή η ίδια; Μπορεί ποτέ να πει κανείς ”αρκετά, το χόρτασα;” Όχι. Στην περίπτωση αυτή, το πολύ δεν είναι αρκετό, και το αρκετό φαντάζει ελάχιστο. Πολλοί αναζητούν την αθανασία. Ή έστω φαντασιώνονται την πιθανότητα της αθανασίας. Να ζήσουν για πάντα, είτε αυτοί είτε το όνομά τους, να ζουν αιωνίως.
Η ανθρώπινη επιθυμία για την αιωνιότητα είναι ένα θέμα βεβαίως που πραγματεύονται όλες οι θρησκείες, αλλά ας μην καταπιαστούμε εδώ με τις οντολογικές ή μεταφυσικές διαστάσεις μιας άχρονης Ζωής της Ψυχής, απηλλαγμένης απ το φθαρτό σώμα.
Για τους περισσότερους ανθρώπους, για τον 18χρονο νέο όπως και για τον ηλικιωμένο που ”παλεύει” στο κρεβάτι του χειρουργείου, η Ζωή είναι εδώ και πάνω στη Γη, ενσώματη, εμπειρικά βιώσιμη, απτή. Είναι η Ζωή των αισθήσεων, των σκέψεων, των συναισθημάτων. Η Ζωή των χρωμάτων, της ελπίδας, της προσπάθειας. Η προσδοκία της πρώτης ανοιξιάτικης μέρας μετά τον βαρύ χειμώνα. Ξυπνάς το πρωί, εκείνο ακριβώς το πρώτο ανοιξιάτικο πρωί με μια άλλη διάθεση. Δεν χρειάζεται να συμβουλευτείς το ημερολόγιο για να διαπιστώσεις ότι μπήκες στην εαρινή ισημερία. Τα κύτταρά σου στο λένε, το ξέρεις την στιγμή που ξύπνησες.
Βεβαίως υπάρχουν περιπτώσεις που τα πράγματα μπορούν να πάνε απελπιστικά στραβά, να καταστούν άτυχα, να φαντάσουν προς στιγμήν μάταια και ασήκωτα, κι έτσι ακόμη και οι πλέον διψασμένοι για Ζωή να στερέψουν στην επιθυμία τους. Αλλά ας το αφήσουμε και αυτό στην άκρη για άλλη ίσως φορά, η πραγματικότητα γύρω μας είναι συντριπτικά υπέρ της Ζωής. Όλοι μας διψάμε για περισσότερη Ζωή, όχι για λιγότερη. Και πολλοί από μας θα έκαναν ενδεχομένως τα πάντα για να την επιμηκύνουν επ’ αόριστον.
”Θέλω να ζήσω για πάντα” λένε. Το θέλησε κι ο Φάουστ. Ας πάρω ένα άλλο παράδειγμα γιατί ούτε ο Φάουστ με ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή. Το παράδειγμα θα το βαφτίσω Φαίδωνα.
Ο 55χρονος Φαίδωνας χαίρεται τη ζωή του. Δεν έχει και πολλούς λόγους να σκεφτεί ότι τα πράγματα μπορεί να στραβώσουν. Είναι ευφυής, μορφωμένος, υγιής, πολυταξιδεμένος κι ανοιχτόμυαλος, και έχει καλή σταδιοδρομία και εισόδημα. Όλα είναι απλά …τέλεια.
Έχει όμως μια μικρή αγωνία. ”Πόσο θα θελα να είναι όλα αυτά για πάντα” μονολογεί από καιρού εις καιρόν, ”πόσο θα ‘θελα να υπάρχω για πάντα”.