Πέμπτη 25 Απριλίου 2013

0

Μια αστραπή η ζωή μας… μα προλαβαίνουμε (Ν.Καζαντζάκης)


Μια Ζωή χωρίς Τέλος
Ένα από τα γνωμικά ή αποφθέγματα που χρεώνονται στον Θαλή τον Μιλήσιο είναι αυτό: ”τον βίο μη, τω χρόνω βραχύν όντα, πράγμασιν κακοίς μακρόν ποιείν”.  Και σε ελεύθερη απόδοση: τη Ζωή σου, που είναι βραχεία, μην την κάνεις να φαίνεται μακριά (αιώνια) με κακές πράξεις.
Όλοι επιθυμούμε το καλό σε αφθονία, είτε είναι υλικό αγαθό, είτε καλές πράξεις.  Τί γίνεται όμως όταν αυτό το αγαθό είναι η Ζωή η ίδια;  Μπορεί ποτέ να πει κανείς ”αρκετά, το χόρτασα;”  Όχι. Στην περίπτωση αυτή, το πολύ δεν είναι αρκετό, και το αρκετό φαντάζει ελάχιστο.  Πολλοί αναζητούν την αθανασία. Ή έστω φαντασιώνονται την πιθανότητα της αθανασίας.  Να ζήσουν για πάντα, είτε αυτοί είτε το όνομά τους, να ζουν αιωνίως.
Η ανθρώπινη επιθυμία για την αιωνιότητα είναι ένα θέμα βεβαίως που πραγματεύονται όλες οι θρησκείες, αλλά ας μην καταπιαστούμε εδώ με τις οντολογικές ή μεταφυσικές διαστάσεις μιας άχρονης Ζωής της Ψυχής, απηλλαγμένης απ το φθαρτό σώμα.
Για τους περισσότερους ανθρώπους, για τον 18χρονο νέο όπως και για τον ηλικιωμένο που ”παλεύει” στο κρεβάτι του χειρουργείου, η Ζωή είναι  εδώ και πάνω στη Γη, ενσώματη, εμπειρικά βιώσιμη, απτή. Είναι η Ζωή των αισθήσεων, των σκέψεων, των συναισθημάτων. Η Ζωή των χρωμάτων, της ελπίδας, της προσπάθειας. Η προσδοκία της πρώτης ανοιξιάτικης μέρας μετά τον βαρύ χειμώνα. Ξυπνάς το πρωί, εκείνο ακριβώς το πρώτο ανοιξιάτικο πρωί με μια άλλη διάθεση. Δεν χρειάζεται να συμβουλευτείς το ημερολόγιο για να διαπιστώσεις ότι μπήκες στην εαρινή ισημερία. Τα κύτταρά σου στο λένε, το ξέρεις την στιγμή που ξύπνησες.
Βεβαίως υπάρχουν περιπτώσεις που τα πράγματα μπορούν να πάνε απελπιστικά στραβά, να καταστούν άτυχα, να φαντάσουν προς στιγμήν μάταια και ασήκωτα, κι έτσι ακόμη και οι πλέον διψασμένοι για Ζωή να στερέψουν στην επιθυμία τους. Αλλά ας το αφήσουμε και αυτό στην άκρη για άλλη ίσως φορά, η πραγματικότητα γύρω μας είναι συντριπτικά υπέρ της Ζωής. Όλοι μας διψάμε για περισσότερη Ζωή, όχι για λιγότερη. Και πολλοί από μας θα έκαναν ενδεχομένως τα πάντα για να την επιμηκύνουν επ’ αόριστον.
”Θέλω να ζήσω για πάντα” λένε. Το θέλησε κι ο Φάουστ. Ας πάρω ένα άλλο παράδειγμα γιατί ούτε ο Φάουστ με ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή. Το παράδειγμα θα το βαφτίσω Φαίδωνα.
Ο 55χρονος Φαίδωνας χαίρεται  τη ζωή του. Δεν έχει και πολλούς λόγους να σκεφτεί ότι τα πράγματα μπορεί να στραβώσουν. Είναι ευφυής, μορφωμένος, υγιής, πολυταξιδεμένος κι ανοιχτόμυαλος,  και έχει καλή σταδιοδρομία και εισόδημα. Όλα είναι απλά …τέλεια.
Έχει όμως μια μικρή αγωνία. ”Πόσο θα θελα να είναι όλα αυτά για πάντα” μονολογεί από καιρού εις καιρόν, ”πόσο θα ‘θελα να υπάρχω για πάντα”.

”Αν το θέλεις πραγματικά αυτό” ακούει μια φωνή, ”τότε να πιεις από το ελιξήριο της Ζωής”. Η φωνή αυτή είναι ενός γέρου που κάθεται ήσυχα ήσυχα στις παρυφές της μεγάλης ερήμου της Μογγολίας, με λιγοστά δόντια και με πλήρη άγνοια του τί εστί σαπούνι, ενώ στο χέρι του κρατάει ένα μικρό φιαλίδιο με περιεχόμενο αγνώστου ταυτότητας.
Ο Φαίδων -που προφανώς έχει μετατραπεί αυτομάτως σε τουρίστα-περιηγητή-φιλόσοφο, όπως έκαναν τα πολύ παλιά χρόνια ο Ηροδότος, ο Πλάτωνας ή στο Μεσαίωνα οι μοναχοί και οι ιππότες, σκέφτεται προς στιγμήν να απορρίψει ως μισότρελο τον γέρο, ή έστω σαν έναν μικροτσαρλατάνο που πουλάει θαυματουργά τάχατες ματζούνια από εξωτικές μέλισσες, λάδι χελώνας των Ιμαλαίων, και παράξενα ασιατικά φυτά που δεν έχουν κατηγοριοποιήσει ούτε οι φυσιοδίφες της Ευρώπης.
Αντ’ αυτού, αποφασίζει τελικά να τον πιστέψει. Γιατί όχι στην τελική;  Κάποια στιγμή η γενετική μηχανική θα το καταφέρει και αυτό: το φίλτρο της αιώνιας ζωής. Όμως ο Φαίδων δεν είναι αγαθός.
”Και γιατί δεν το πίνεις εσύ;” Τον ρωτάει.
”Και ποιος σου είπε ότι δεν το έχω ήδη πιεί” έρχεται με ελαφρώς περιπαιχτικό τόνο η απάντηση.
” Ναι, αλλά ποιος σου είπε ότι θέλω να ζήσω αιώνια έτσι, γέρος και ανήμπορος, με λιγοστά δόντια και χωρίς σαπούνι” συνέχισε κι ο Φαίδων.
”Αγαπητέ ξένε”, ανταπάντησε ο γέρος (σε γλώσσα που δεν ξέρουμε καν), ”μην ανησυχείς διόλου γι’ αυτό, θα είσαι πάντα 55 χρονών, εάν αυτό είναι αυτό που θέλεις”.
Ο Φαίδων, άνδρας με εμπειρία, αυτοπεποίθηση, αυξημένο IQ, και συνειδητοποιημένη κοσμοθεώρηση το αποφάσισε παραχρήμα.  Θα πάρει το ελιξήριο και θα το πίνει σταγόνα σταγόνα. Όχι, δεν θα εγκλωβιστεί σε μια ατελείωτη, άχρονη Ζωή για πάντα, θα έχει και το αντίδοτο από δίπλα που θα ακυρώνει ή θα επιβραδύνει τα αποτελέσματα του ελιξηρίου.  Το αγόρασε λοιπόν απ τον γέρο, και να, πίνει την πρώτη σταγόνα.
Τα φιλοσοφικά ερωτήματα ξεκινούν ακριβώς εδώ.
1)      Θα πάρει και το αντίδοτο ο Φαίδων όπως αρχικά αποφάσισε;
2)      Επέρχεται μια στιγμή στη Ζωή ενός έλλογου ατόμου όπου η Ζωή φτάνει;
Για πολλούς ανθρώπους οι απαντήσεις είναι άμεσες και ισχυρές σε τέτοια ερωτήματα, ακόμη κι αν είναι αμοιβαία αποκλειόμενες μεταξύ τους! Για πολλούς μια τέτοια αθάνατη, αιώνια, άχρονη, φαουστική ζωή θα μπορούσε να είναι ωραία γι αυτόν που τη ζει. Για άλλους τόσους, το αντίθετο είναι εξίσου προφανές. Για να αξιολογήσουμε όμως τις απαντήσεις, θα πρέπει πρώτα να διασαφηνίσουμε τόσο την έννοια της αθανασίας όσο και να αναλύσουμε το δρον υποκείμενό της (εν προκειμένω τον Φαίδωνα).
Μια ”αιώνια ζωή” κατά την οποία είμαστε αναίσθητοι, σε ένα είδος ύπνου χωρίς όνειρα, σε μια κομματώδη κατάσταση, είναι προφανές ότι δεν θα ενδιέφερε τον κάθε Φαίδωνα. Είτε επιθυμεί τη Ζωή κι αναζητά την αιωνιότητα, είτε φοβάται στην πραγματικότητα τον Θάνατο και θέλει να τον αποφύγει. Μια ”αιώνια” ζωή θα πρέπει λογικά να προυποθέτει εξ ορισμού Συνείδηση και μια κάποια ψυχολογική συνέχεια εντός του υποκειμένου. Με άλλα λόγια, ένας άνθρωπος σε κατάσταση του  ζώντος-αιωνίως  θα χρειαζόταν επίσης αυτοσυναίσθηση, μνήμη, συνειδητότητα του περιβάλλοντος, και τη δυνατότητα σχεδιασμού της Ζωής, τη δυνατότητα αλληλεπίδρασης με τη Ζωή. Ο,τιδήποτε δεν πληροί αυτές τις συνθήκες δεν ενδιαφέρει τον Φαίδωνα, όπως προφανώς δεν ενδιέφερε ούτε τον Φάουστ.
Τί θα τον ενδιέφερε αλήθεια; Ίσως μια αθάνατη ζωή κατ’ επανάληψη; Ξανά και ξανά, από  το 0 στα 80, και φτου κι απ’ την αρχή, χωρίς καμία αίσθηση ή συνείδηση αυτής της αέναης αναγέννησης; Κάτι δηλαδή που υπάρχει ήδη στη Φύση, όπως με τον κύκλο των εποχών;
Μάλλον όχι. Τον κάθε Φαίδωνα που διψάει να ζήσει ”αιώνια” δεν τον ενδιαφέρει αυτό, αλλά μια απρόσκοπτη συνέχιση της Ζωής, όπου αυτός θα έχει πλήρεις αισθήσεις, διανοητικές λειτουργίες, μνήμη, αφομοιωτικότητα, πρόσληψη νέων εμπειριών, απόκτηση προστιθέμενης σοφίας. Κάτι τέτοιο όμως -εάν ήταν ποτέ δυνατόν- μας ωθεί να διατυπώσουμε άλλα ερωτήματα, πιο σύνθετα και δύσκολα.
Όπως αυτό: με δεδομένο πως το ελιξήριο θα χάριζε την αιώνια ζωή, αυτή η ζωή θα διαφέρει ριζικά από την απλή, την πεπερασμένη χρονικά. Ξέροντας πως έχουμε το μαγικό υγρό, θα άλλαζε η ίδια μας η αντίληψη για τη ζωή. Λέξεις κι έννοιες όπως η ασφάλεια, η προστασία, ο κίνδυνος, το θάρρος, η καρτερία θα μας ήταν περιττές. Ανούσιες. Διότι θα γνωρίζαμε πως ως ”αθάνατοι” θα ξεπερνούσαμε τον κύκλο ζωής οποιουδήποτε προβλήματος, ή κατάστασης, και  θα είχαμε αλλοιωμένη αντίληψη και για άλλες έννοιες όπως  ο αλτρουισμός και η αυτοθυσία. Η ίδια μας η φυσιολογία θα ήταν ήδη διαφορετική υπό την επίδραση του ελιξηρίου: θα αντιδρούσαμε διαφορετικά ή και καθόλου στις καταχρήσεις, στην έκθεση σε βλαβερές ακτινοβολίες, στη θερμότητα, στο ψύχος. Διότι ως αθάνατοι, θα είχαμε στην πραγματικότητα και αθάνατα κύτταρα, απηλλαγμένα από φυσικές φθορές.
Άλλο ερώτημα: ο αιώνιος Φαίδωνας θα ήταν μόνος του ή θα υπήρχαν κι άλλοι ”αιώνιοι” στον κόσμο; Διότι αν ήταν μόνος αυτός ο κατέχων το μαγικό ελιξήριο, θα έβλεπε φίλους, συγγενείς, γείτονες, γνωστούς, συναδέλφους, συζύγους και ερωμένες να γερνούν και να φεύγουν απ τη ζωή και να τον αφήνουν πίσω.
Αν πάλι ο Φαίδων μοιραζόταν το μαγικό ποτό με μια μικρή ομάδα ζάπλουτων (διότι το ποτάκι δεν θα ήταν για τον απλό κόσμο, ούτε θα ήταν φτηνιάρικο και άμεσα διαθέσιμο), αυτή η ”ελίτ” των αθάνατων πόσο ανθρώπινη θα ήταν; Αντιθέτως, θα συνιστούσε μια διακριτή ομάδα ξένη προς και αποκομμένη από την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Κι αν οι ”αθάνατοι” ζευγάρωναν και αποκτούσαν απογόνους θα ήταν κι αυτοί αθάνατοι; Θα ήταν μαθηματικά αποδεδειγμένο πως αργά ή γρήγορα αυτό θα δημιουργούσε πρόβλημα, και σ αυτούς και στην υπόλοιπη ανθρωπότητα. Απ’ την άλλη, ίσως αυτή η αθανασία να επανακαθόριζε ριζικά και απρόσμενα τις σχέσεις των δύο φύλων και την αναγκαιότητα και την ικανοποίηση της αναπαραγωγικής διαδικασίας. Σήμερα, ”ζούμε” μέσα από τα παιδιά μας, τα εγγόνια μας, τους μαθητές μας. Ζούμε στη μνήμη τους, ακόμη κι όταν έχουμε φύγει απ την Ζωή. Ζούμε όταν δίνουν το όνομά μας στα παιδιά τους, όταν μας μνημονεύουν με το συνοδευτικό ”ο μακαρίτης”, ή ”η μακαρίτισσα”…
Ο Φαίδων τί ”ζωή” θα ζούσε ως αθάνατος;
Άλλο ερώτημα: η ανία.
Μετά από μερικές εκατοντάδες, ή χιλιάδες ή και δεκάδες χιλιάδες χρόνια, ο αιώνιος Φαίδων δεν θα έφτανε κάποια στιγμή να νοιώσει βαρεμάρα μπροστά στο προβλεπόμενο μοτίβο της ζωή του; Να κάνει σχέσεις με ανθρώπους μόνο και μόνο για να τους χάσει από φυσικό γήρας; Ή από αρρώστια, ή από ατύχημα; Κι αν δεν ήταν ο μόνος αιώνιος, δεν θα βαριόταν να βλέπει τους ίδιους ”αιώνιους” να συζητάνε…. αιωνίως τα ίδια αιώνια θέματα;
Τι θα σκεφτόταν και τί θα αισθανόταν ο αιώνιος Φαίδων; Κάπου είχα διαβάσει τη φράση ”η ζωή είναι κωμωδία για όσους σκέπτονται, και τραγωδία για όσους αισθάνονται”. Δεν βρίσκω και πολλά να διαφωνήσω μ αυτή τη θέση. Ο Φαίδων θα αναγνώριζε αυτά τα στοιχεία, απούσας της διάστασης του χρόνου;
Άλλο ερώτημα: η έννοια της αναβλητικότητας μέσα στο αιώνιο.
Ακόμη κι αν ο Φαίδων μπορούσε να βρει απαντήσεις και λύσεις στα ανωτέρω θέματα της ανίας, της φυσιολογίας, της μοναδικότητας, ή της ελιτίστικης συντροφιάς, ποια θα ήταν η στάση του απέναντι στον Χρόνο και την έννοια της αναβλητικότητας; Αφού για τον Φαίδωνα, το ”αύριο” είναι δεδομένο, γιατί να μην αναβάλει για τότε αυτό που θα  μπορούσε ή θα έπρεπε να κάνει σήμερα;
Ας μην το κουράζουμε περισσότερο: μια αιώνια ζωή έτσι όπως την φαντάζονται ή την επιθυμούν πολλοί, έτσι όπως έχει σκιαγραφηθεί στις τέχνες ή την λογοτεχνία, θα ήταν μια απ-άνθρωπη ζωή, μια εφιαλτική παγίδα. Παραδόξως πως, αν και πολλοί άνθρωποι εντοπίζουν την ματαιότητα της Ζωής στο τέλος του θανάτου, ενδεχομένως ισχύει ακριβώς το αντίθετο: η Ζωή χάνει το νόημά της μέσα στο άχρονο και το αιώνιο.
Για να έχει η Ζωή νόημα, χρειάζεται αρχή μέση και τέλος. Χρειάζεται ένα μοτίβο, ένα δομημένο σχέδιο. Χρειάζεται πεπερασμένο, οριοθετημένο πλαίσιο αναφοράς, τόσο φυσικό, όσο και συναισθηματικό, λογικό, ανθρώπινο. Ο Γκάντι είχε πει κάποτε: να ζούμε σαν να πρόκειται να πεθάνουμε αύριο και να μελετάμε σαν να πρόκειται να ζήσουμε για πάντα.
Έτσι κι εγώ δεν αναφέρομαι απλά στο προσδόκιμο ζωής που διαφέρει από τόπο σε τόπο, από ιδιοσυγκρασία σε ιδιοσυγκρασία ή που καθορίζεται εν πολλοίς από κληρονομικούς παράγοντες, τρόπο διαβίωσης και διατροφής, ή καταχρήσεις όπως το αλκοόλ, το πάχος, το κάπνισμα ή τα ναρκωτικά. Με τις προόδους της επιστήμης, ίσως δεν είμαστε μακριά  απ’ την εποχή όπου θα μπορούμε να ζούμε καλά, ικανοποιητικά για 80 ή 100 ή και 130 χρόνια. Ίσως στο μέλλον να αναφερόμαστε στα  ”γηρατειά” μετά την παρέλευση του …αιώνα! Και ήδη σήμερα, για 60αρηδες και 70αρηδες πόσες φορές δεν λέμε ”κρίμα, έφυγε νέος”;
Η Ζωή δεν μετριέται σε μέτρα, αλλά σε …λίτρα!  Τα μέτρα περιγράφουν εξωτερικές διαστάσεις, μήκος, και πλάτος και ύψος.  Τα λίτρα όμως μας δίνουν χωρητικότητα, περιγράφουν  το πόσο γεμάτο είναι κάτι.
Πολλοί ζούμε άδειες ζωές, μη ξέροντας πως να τις γεμίσουμε ει μη μόνο με τα λάθος πράγματα και τις λάθος ιδέες. Με τις λάθος προτεραιότητες, τις λάθος επιθυμίες και τις λάθος αξίες. Επιθυμίες, προτεραιότητες και αξίες των άλλων, των διπλανών, των τρίτων, που υιοθετούμε άκριτα ως μιμητικά όντα, νομίζοντάς τις για δικές μας. ”Αφού θέλει τα πλούτη, τις σπιταρώνες, τις κουρσάρες, την εξουσία, τη δόξα ο διπλανός, άρα είναι καλά κι απαραίτητα για τη δική μου ευδαιμονία, άρα τα θέλω κι εγώ”. Ναι, ο άνθρωπος είναι το κατ’ εξοχήν μιμητικό όν, η ΜΙΜΗΣΙΣ είναι η καθολικότερή του ιδιότητα. Η πηγή της γνώσης του.
Αλλά το πώς θα γεμίσει ο καθείς τη Ζωή του, ποια θα είναι τα εκλεκτά υλικά που θα αναζητήσει, και πού θα τα βρει, πώς θα τα γευτεί, πώς θα τα μοιραστεί με τον συν-άνθρωπο είναι μια άλλη υπόθεση, ένα άλλο Έργο, που απαιτεί ένα άλλο σκεπτικό.
Έργο Ζωής, που ούτε μετράται σε χρόνια ούτε χωράει σε μπουκαλάκια στις παρυφές της μεγάλης Μογγολικής ερήμου.
Μια αστραπή η ζωή μας, μα προλαβαίνουμε.
Ν. Καζαντζάκης


ΠΗΓΗ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου